
Βρέθηκε σε μια χώρα, που επί σειρά δεκαετιών, η κάθε θρησκευτική πρακτική ήταν πλήρως απαγορευμένη, ενώ η εύθραυστη και έκρυθμη πολιτική κατάσταση συχνά στοχοποιούσε ως κύριο εχθρό την Ορθόδοξη Ελλάδα
Της Μαρίνας Ζιώζιου
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος εκοιμήθη σε ηλικία 95 ετών. Ήταν ένας σπάνιος ιεράρχης, ο οποίος τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας.
Ο ιεράρχης γνώριζε πότε ήταν ο «καιρός του σιγάν» και πότε του «λαλείν». Ήταν συνειδητή η «σιωπή» του κάποιες φορές. Η στάση του για το ζήτημα της χορηγήσεως του «Τόμου της Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας πίκρανε προσωπικά τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ωστόσο ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κράτησε χαμηλούς τόνους. Διαφωνούσε, αλλά δεν προκαλούσε. Δεν επιθυμούσε να δυναμιτίσει το κλίμα περαιτέρω ανάμεσα στον Οικουμενικό Θρόνο και το Πατριαρχείο Μόσχας.
Απεχθανόταν τα «λιβανίσματα» και ο λόγος του πάντοτε ήταν μετρημένος και οι συνομιλητές του «διαλεχτοί». Σε μία από τις συνεντεύξεις μαζί του, μού εκμυστηρεύτηκε πως πλέον ό,τι θέλει να πει το κάνει μέσα από τα βιβλία του. Αγαπούσε το γράψιμο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας ήταν ένα σύμβολο ανθρωπισμού, ένας ιεραπόστολος της ειρήνης και της καταλλαγής, ένας άνθρωπος με φωτισμένη συνείδηση, ευρύτητα πνεύματος και ταπεινότητας. Ο Έλληνας Ιεράρχης Δρ. Αναστάσιος Γιαννουλάτος, που από το 1992 ανέλαβε ως Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, άφησε ένα τεράστιο συγγραφικό έργο πίσω του.
Βρέθηκε σε μια χώρα, που επί σειρά δεκαετιών, η κάθε θρησκευτική πρακτική ήταν πλήρως απαγορευμένη, ενώ η εύθραυστη και έκρυθμη πολιτική κατάσταση συχνά στοχοποιούσε ως κύριο εχθρό την Ορθόδοξη Ελλάδα. Ο καθηγητής του Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών – τότε επίσκοπος Ανδρούσης στη Μαύρη Ήπειρο – έμαθε τη γλώσσα και τις πολιτιστικές παραδόσεις της Αλβανίας.
Με ζήλο και υπομονή, με σύμπνοια και αλληλεγγύη, με σεβασμό στη διαφορετικότητα και φιλειρηνική διάθεση κατάφερε να υπερνικήσει τις διώξεις, την ευαίσθητη υγεία του, την απόπειρα δολοφονίας του και να αναγάγει την Ορθόδοξη Εκκλησία ως παράγοντα σταθερότητας, αλλά και ανάπτυξης του αλβανικού κράτους. Αναμφισβήτητα, ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος υπήρξε ένας από τους πιο λαοφιλείς ιεράρχες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που δίκαια «κατέκτησε» τις καρδιές και τη συμπάθεια του παγκόσμιου Ορθόδοξου ποιμνίου.
Το έργο του στην Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας
Όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του ως προκαθήμενος της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας προσπάθησε να επισκευάσει τους εγκαταλελειμμένους ή κατεστραμμένους λατρευτικούς χώρους και να δημιουργήσει νέους. Δεν ήταν μια εύκολη αποστολή, ούτε ένας δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα.
«Η ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας είχε πλήρως διαλυθεί και καταστραφεί έπειτα από 23 ολόκληρα χρόνια, αμείλικτου διωγμού ενός αθεϊστικού καθεστώτος, το οποίο απαγόρευε με το Σύνταγμα οποιαδήποτε θρησκευτική έκφραση. Αυτό είναι το πρώτο χαρακτηριστικό, δύσκολα κατανοητό στους εκτός Αλβανίας», είχε αποκαλύψει ο Αρχιεπίσκοπος στη συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει.
«Όλα, λοιπόν, άρχισαν από μηδενική βάση. Ξεκινήσαμε λειτουργώντας στα ερείπια παλαιών ναών ή κάτω από δέντρα. Με μεγάλες προσπάθειες και με τη Χάρη του Θεού, ανεγείραμε πάνω από 150 νέους ναούς, επισκευάσαμε πάνω από 160 και αναστηλώσαμε 60 πολιτιστικά μνημεία.
Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι η Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας περιλαμβάνει πιστούς διαφορετικής εθνικής καταγωγής. Όλοι είναι ισότιμα μέλη της Εκκλησίας μας. Ένα όμορφο δάσος περιλαμβάνει διάφορα είδη δέντρων. Όλα αναπτύσσονται ελεύθερα στο φως του Νοητού Ηλίου της Δικαιοσύνης.
Τρίτο χαρακτηριστικό είναι ότι στην Αλβανία οι Ορθόδοξοι δεν είμαστε η πλειοψηφία αλλά ούτε και ασήμαντη μειοψηφία (είμαστε περίπου 20-22%). Προσπαθήσαμε να έχουμε άριστες σχέσεις με τις άλλες θρησκευτικές κοινότητες, ακόμα και με εκείνους οι οποίοι δηλώνουν μη πιστοί. Βασική μας αρχή παραμένει ο σεβασμός σε κάθε ανθρώπινο πρόσωπο ανεξαρτήτως των θρησκευτικών του πεποιθήσεων. Επιπλέον, εκτός της ανασυστάσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αναλάβαμε πρωτοβουλίες σε θέματα παιδείας, υγείας, αγροτικής αναπτύξεως, πολιτισμού, οικολογίας. Μοιραζόμαστε τα δώρα του Θεού, την πίστη, την αγάπη, την ελπίδα και τη δημιουργικότητα, με όλους».
Η κλίση στα γράμματα, ένας ιεραπόστολος της ειρήνης
Τόσο ξεχωριστός ιεράρχης ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας. Ο Αναστάσιος Γιαννουλάτος γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου του 1929 στον Πειραιά και μεγάλωσε σε μια θρησκευόμενη οικογένεια. Από μικρός θα δείξει μια ιδιαίτερη κλίση στα γράμματα.
Τον γοήτευε η επιστήμη, αλλά η οπτική του άλλαξε και σε αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο η Κατοχή. Έφερε φόβο, σκοτάδι και καταστροφή και τότε συνειδητοποίησε πως ο μόνος τρόπος για να κατανοηθεί η δυστυχία ήταν να εργαστεί για την αιώνια ειρήνη, το είδος της ειρήνης που μπορεί να προέλθει μόνο από τον Ιησού Χριστό. Έτσι αφιέρωσε τη ζωή του στην εκπλήρωση αυτού του σκοπού.
Κατά την ένταση μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας, ο ιεράρχης συνέβαλε αποφασιστικά στην εκτόνωσή της και στην προσέγγιση των δύο χωρών. Συγχρόνως, αγωνίστηκε για την άμβλυνση των αντιθέσεων στα Βαλκάνια. Αυτές οι δράσεις τον οδήγησαν, ώστε να είναι υποψήφιος και για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 2000.
Η ισλαμική τρομοκρατία και η θεραπεία
Ήδη από το 1975, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος με το σύγγραμμά του «Ισλάμ, θρησκειολογική επισκόπηση» προσπάθησε να καλύψει το κενό της άγνοιας για τη θρησκεία και τον πολιτισμό των μουσουλμάνων, «δίπλα ή εν τω μέσω των οποίων έζησαν επί αιώνες οι Έλληνες», όπως έγραφε… Στο ερώτημά μου, αν οι δυτικές, ανεπτυγμένες κοινωνίες ενδιαφέρονταν και ενημερώνονταν σχετικά με το Ισλάμ και αν θα μπορούσε να αποφευχθεί η ισλαμική τρομοκρατία, ο ίδιος είχε απαντήσει:
«Στις ευρωπαϊκές χώρες έχουν γίνει αρκετές έρευνες σχετικά με το Ισλάμ. Δεν γνωρίζω πόσο έχουν μελετηθεί από τους πολιτικούς. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, γενικά, δεν εμβαθύνουν στα θρησκευτικά θέματα και συχνά λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις χωρίς να γνωρίζουν σε βάθος την πολυπλοκότητα του θρησκευτικού φαινομένου. Ως καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1975, συνέγραψα το βιβλίο το οποίο αναφέρατε, για να καλυφθεί ένα βιβλιογραφικό κενό στην Ελλάδα. Προσπάθησα να περιγράψω, όσο γινόταν πιο αντικειμενικά, τις ρίζες, τους πρωταγωνιστές, τις βασικές αρχές και την ιστορική πορεία του Ισλάμ. Δεν φανταζόμουν, όμως, ότι ύστερα από σαράντα σχεδόν χρόνια θα παρέμενε τόσο επίκαιρο.
Πριν από αρκετά χρόνια είχα διατυπώσει την άποψη, ότι σε πολλά μουσουλμανικά περιβάλλοντα σιγόκαιγε η αγανάκτηση για την αδικία και την περιφρόνηση της αξιοπρέπειας των μουσουλμάνων, με την οποία οι πλούσιες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής τους αντιμετώπιζαν. Ήταν επόμενο κάποια στιγμή να διαμαρτυρηθούν και το έκαναν δυναμικά. Αρχικά, όσοι ανήκαν σε φτωχότερες ομάδες, αργότερα και πλουσιότεροι και μορφωμένοι ανέλαβαν ρόλους καθοδηγητικούς. Στον προηγούμενο αιώνα πολλοί καταφρονημένοι επαναστάτησαν ζητώντας μια δικαιότερη κοινωνία, χρησιμοποιώντας συνθήματα από αθεϊστικές ιδεολογίες, όπως του διαλεκτικού υλισμού.
Υπογράμμιζα ότι θα ήταν τραγικό να έχουμε τον 20ό αιώνα επαναστατικές συσπειρώσεις σε διεθνές επίπεδο, τροφοδοτούμενες από θρησκευτικό φανατισμό. Αν συνεργαστούν οι μεγάλες δυνάμεις, το Ισλαμικό Κράτος δεν θα αντέξει. Η ουσιαστικότερη θεραπεία είναι να αναζητηθεί συνειδητά περισσότερη δικαιοσύνη για όλους τους λαούς, ανεξαρτήτως πολιτιστικής και θρησκευτικής παραδόσεως και να καλλιεργηθεί ο αλληλοσεβασμός, το θεμέλιο της αρμονικής συνύπαρξης ανθρώπων και λαών, και η δικαιοσύνη απέναντι στις φτωχότερες κοινωνίες του πλανήτη.
Οι δυτικές εκκοσμικευμένες κοινωνίες και οι ηγέτες τους, συχνά παρουσιάζουν μια αχρωματοψία ως προς την κατανόηση του ιερού, δυσκολεύονται να κατανοήσουν και να παραδεχθούν τη δύναμη του θρησκευτικού βιώματος. Προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο με μέσα μόνο κατασταλτικά. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν επιχειρήσει από το παρελθόν να θέσουν τον Χριστιανισμό στο περιθώριο. Το κενό, το οποίο δημιουργείται, εύκολα καλύπτεται από φανατικές ισλαμικές ομάδες. Η Ευρώπη, αν θέλει πραγματικά να αντισταθεί στην απειλή των τζιχαντιστών, πρέπει να ξαναβρεί και να εκτιμήσει τις χριστιανικές της ρίζες. Παράλληλα με τις άλλες πρωτοβουλίες, επιβάλλεται να υπάρχει σοβαρό ιδεολογικό αντίβαρο.
Όλες σχεδόν οι τρομοκρατικές επιθέσεις συνοδεύονται με την αναφώνηση Αλλάχ Άκμπαρ! (ο Θεός είναι μέγας!). Η βία εν ονόματι της θρησκείας βιάζει την ίδια τη θρησκεία. Το λάδι της θρησκείας δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για την ανάφλεξη μίσους και αιματηρών πολέμων, προορίζεται για να επουλώνει πληγές και να ειρηνεύει καρδιές. Δεν υπάρχει ”ιερός πόλεμος”, όπως θέλουν να ονομάζουν την Τζιχάντ (που σημαίνει πάλη). Μόνο η ειρήνη είναι ιερή. Ο θρησκευτικός φανατισμός μοιάζει με πυρηνική ενέργεια, που, όταν είναι ανεξέλεγκτη προκαλεί φοβερές καταστροφές».
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας μέσα από τα δικά του λόγια
Για την Ορθοδοξία: Η Ορθοδοξία οφείλει να παραμείνει ανοικτή στον χρόνο, στην εξέλιξη, στην αδιάκοπη αναζήτηση της ανθρωπότητας. Να συνειδητοποιεί τα μηνύματα των καιρών και να ανταποκρίνεται με έμπνευση, θάρρος και αποφασιστικότητα στις νέες προκλήσεις, στις νέες πραγματικότητες που διαμορφώνονται από την επιστήμη, την τεχνολογική πρόοδο, τη φιλοσοφική και καλλιτεχνική αναζήτηση.
Η θέση της είναι στην πρωτοπορία σε όλους τους τομείς, εμπνέοντας στα παιδιά της τον ενθουσιασμό για την καλλιτεχνική, πολιτιστική δημιουργία. Οι Ορθόδοξοι κληρικοί και λαϊκοί οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιούμε τους νέους κώδικες επικοινωνίας, τους νέους διαύλους που διαμορφώνονται και θα διαμορφωθούν στους επόμενους αιώνες.
Σε μια πολτώδη κοινωνία μαζών, η Εκκλησία καλείται να υπενθυμίζει σταθερά την ιερότητα και τη μοναδικότητα του ανθρώπινου προσώπου και να εξαιρεί την εγγύηση του Θεού για την αξία της ανθρώπινης ζωής. Καθήκον της είναι να υπογραμμίζει την προτεραιότητα του ανθρώπου και να υπενθυμίζει το χρέος των ΜΜΕ να σέβονται τον προσωπικό του βίο.
Για την παγκοσμιοποίηση: Δεν αποτελεί αντικείμενο για αφορισμούς. Είναι μια διαδικασία που εξελίσσεται χωρίς να ζητείται η συγκατάθεσή μας ή, πολύ περισσότερο, η άδειά μας. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι το παγκόσμιο όραμα δεσπόζει στη βιβλική σκέψη από τον πρώτο στίχο της Παλαιάς Διαθήκης και κορυφώνεται στα τελευταία κεφάλαια της Καινής.
Αντί, λοιπόν, της φοβίας και των ρητορικών μύδρων, απαιτείται νηφάλια κατανόηση του νέου, ήρεμη κριτική αντιμετώπιση, δυναμική συμμετοχή στα σχεδιαζόμενα και δρώμενα για την επίτευξη όσο το δυνατόν ορθότερων και δικαιότερων λύσεων. Αν οι θέσεις της Ορθοδοξίας δεν έχουν ισχύ για τα διαχρονικά και πανανθρώπινα προβλήματα, τότε δεν μπορούν να προσφέρουν ουσιαστικές λύσεις ούτε στα δικά μας.
Για την πολιτική: Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν αναμειγνύεται στην πολιτική. Ο λόγος της παραμένει διακριτός αλλά και προφητικός, ως οφειλετική παρέμβαση υπέρ του ανθρώπου. Τα ανθρώπινα δικαιώματα βρίσκονται σήμερα στο κέντρο της πολιτικής ως απάντηση στις σύγχρονες κοινωνικές και πολιτικές κρίσεις του πολίτη από την αυθαιρεσία του κράτους.
Για την οικολογική κρίση: Είναι προφανές ότι οφείλεται σε πνευματικά και ηθικά αίτια. Οι ρίζες της συνδέονται με την πλεονεξία, την απληστία και τον εγωισμό, που οδηγούν στην αλόγιστη χρήση των φυσικών πόρων, την επιβάρυνση της ατμόσφαιρας με ζημιογόνους ρύπους και την κλιματική αλλαγή. Η χριστιανική αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί μετάνοια για τις καταχρήσεις, εγκράτεια και ασκητικό ήθος, που αποτελούν αντίδοτο στην υπερκατανάλωση, συγχρόνως δε, καλλιέργεια στον άνθρωπο της συνειδήσεως ότι είναι «οικονόμος» και όχι κάτοχος της δημιουργίας.
Για την ειρήνη: Η πιο τραγική βία σήμερα είναι η κατάχρηση του όρου «ειρήνη» από ανθρώπους που στην πραγματικότητα δεν την πιστεύουν. Παρ’ όλα αυτά, ο ανθρώπινος πόθος για μια παγκόσμια ειρηνική συνύπαρξη παραμένει σταθερός. Κάθε προσπάθεια λοιπόν ανανεώσεως του ενδιαφέροντος για την ειρήνη και εμβαθύνσεως στο νόημά της είναι μια πολύτιμη προσφορά στην πορεία της ανθρωπότητας.
Η αναζήτηση της ειρήνης προϋποθέτει σταθερή υπεράσπιση και ενδυνάμωση της δικαιοσύνης. Ανέκαθεν, ιδιαίτερα όμως στην εποχή μας, προβάλλει, με εκρηκτικούς τόπους, η σχέση που έχει η ειρήνη με τη δικαιοσύνη.
Η φτώχεια παραμένει ο χειρότερος τύπος βίας. Όταν οι άνθρωποι, κοντά μας ή μακριά μας, στερούνται των στοιχειωδώς αναγκαίων για την επιβίωσή τους, δεν είναι παράξενο να στραφούν προς άλλες κατευθύνσεις και να υιοθετήσουν άλλες ακραίες θρησκευτικές αντιλήψεις για την επίτευξη μιας δίκαιης κοινωνίας και τη νοηματοδότηση της ζωής και του θανάτου.
Θα είναι τραγικό, πνευματικά και πολιτικά, από αμέλεια ή υπεροψία, να αφήσουμε να εξελιχθεί ένα νέο, πολύμορφο προλεταριάτο, το οποίο θα επαναστατεί βίαια, καταχρώμενο την πνευματική «ατομική ενέργεια» μιας συγκεκριμένης θρησκευτικής παραδόσεως.
Σε τελευταία ανάλυση, το αντίθετο της ειρήνης δεν είναι ο πόλεμος αλλά ο εγωκεντρισμός: ο ατομικός, ο συλλογικός, ο εθνικός, ο φυλετικός. Αυτός επιστρατεύει τις ποικίλες μορφές βίας, που «δολοφονούν» με διάφορους τρόπους την ειρήνη. Αυτός είναι ο εμπνευστής και τροφοδότης των μεγάλων ή μικρότερων συγκρούσεων, αυτός πυρπολεί με μίση διαρκείας.
Στη διάρκεια μεγάλων δοκιμασιών, όταν οι κοινωνίες φθάνουν σε οριακά σημεία αντοχής, αναδύονται σπάνιες αρετές, κρυμμένες στην καρδιά των ανθρώπων, όπως η φιλαλήθεια, η γενναιότητα, η ανεκτικότητα, η συγχωρητικότητα, η αυταπάρνηση και η δικαιοσύνη. Αυτά σήμερα αποτελούν πολύτιμα αντισώματα στις λιποθυμικές τάσεις του κοινωνικού μας σώματος…
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.