Στο προαύλιο του Ιερού Ναού της Αναστάσεως στα Τίρανα είναι συγκεντρωμένοι εκατοντάδες πολίτες. Έλληνες, ομογενείς, Αλβανοί- στη μεγάλη πλειοψηφία τους ορθόδοξοι. Αλλά όχι μόνο. Κάποιοι σπεύδουν να προλάβουν τον τελευταίο ασπασμό, πριν αρχίσουν να καταφθάνουν οι επίσημοι. Παρά τον συνωστισμό επικρατεί σιγή- σχεδόν απόλυτη. Σχεδόν όλοι οι παρόντες γνωρίζονταν προσωπικά με τον Αναστάσιο. Ήταν το ποίμνιο του. Όσοι, δε, έζησαν στο πλευρό του δυσκολεύονται να τον περιγράψουν. «Δεν υπάρχουν λέξεις που να αντιστοιχούν στην προσωπικότητα και το μεγαλείο του, όπως δεν υπάρχει αντίστοιχο παράδειγμα με εκείνον. Ήταν μοναδικός». Οι περισσότερο Έλληνες της εθνικής μειονότητας, που στέκονται υπομονετικά έξω από την εκκλησία, μένουν σε αυτό το επίθετο: «μοναδικός».
Αποστολή Τίρανα: Πιέρρος Ι. Τζανετάκος
Πράγματι, ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, κατά κόσμον Αναστάσιος Γιαννουλάτος ήταν μια σπάνια περίπτωση. Ένας φωτισμένος ιεράρχης. Ένας μοναδικός άνθρωπος. «Δεν έχω λόγια να περιγράψω τη μεγαλοσύνη του», μας λέει ένας ομογενής από τη Χειμάρρα, κάτοικος Αθηνών εδώ και πολλά χρόνια, που ταξίδεψε σχεδόν αυθημερόν στα Τίρανα για να παραστεί στην εξόδιο ακολουθία. Θυμάται την εποχή πριν ο φτάσει ο Αναστάσιος στην Αλβανία: «Οι γιαγιάδες μας κλαίγανε γιατί δεν είχαν μια εκκλησία να ανάψουν ένα κεράκι, οι ναοί τότε είχαν μετατραπεί σε ό,τι μπορεί να φανταστεί ο νους σου. Υπηρεσίες, γήπεδα, ακόμα και στάβλοι».
Ίσως, όμως, το πρωτεύον να μην είναι το τιτάνιο έργο για την αναστήλωση της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας. Πάνω απ’ όλα ο Αναστάσιος ήταν ο διορατικός ποιμενάρχης, γαλήνιος και ειρηνικός, ο αρχιεπίσκοπος που έμεινε γνωστός διεθνώς με το μικρό του όνομα. «Ο τρόπος που μιλούσε ήταν αφοπλιστικός. Τον άκουγες γινόσουν καλύτερος άνθρωπος. Παρότι ήταν 95 ετών και λίγο- πολύ είχαμε καταλάβει ότι θα έφευγε, όταν πληροφορήθηκα το θάνατό του ένα ρίγος με διαπέρασε, όπως δεν είχε συμβεί ποτέ άλλοτε», εκμυστηρεύεται χαμηλόφωνα ο συνομιλητής μας.
Εκτός από κήρυκας του λόγου του Θεού, ο Αναστάσιος ήταν ένας άνθρωπος της πράξης. Ρεαλιστής και βαθύς γνώστης της κοινωνίας στην οποία κλήθηκε να μεγαλουργήσει. Έτσι, δεν ήταν λίγοι όσοι στο άκουσμα της είδησης ότι ο Αναστάσιος θα αναλάμβανε την Αρχιεπισκοπή στην Αλβανία μίλησαν για «κάτεργο». Στην πιο δύσκολη γωνία της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη μοναδική επισήμως και επί δεκαετίες αθεϊστική χώρα του κόσμου. Παρόλα αυτά ο Αναστάσιος έφερε εις πέρας την αποστολή του- και μάλιστα με το παραπάνω. Ένας ιεραπόστολος της Ορθοδοξίας, παρότι στον ίδιο δεν άρεσε ο συγκεκριμένος όρος, τον οποίο άκουσε πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας του 1960 όταν διακόνησε υπό δύσκολες συνθήκες στην ανατολική Αφρική.
Έχουν περάσει 33 χρόνια από την πρώτη μέρα που έφτασε στην Αλβανία και πλέον το έργο του είναι απλωμένο σε ολόκληρη τη χώρα. Έργο θεολογικό, υπέρ της διατήρησης και της διάδοσης της χριστιανοσύνης, αλλά και έργο κοινωνικό, χωρίς τα κριτήρια του να είναι θρησκευτικά ή εθνολογικά. Γι’ αυτό και ο Αναστάσιος δεν τιμάται μόνο από τους χριστιανούς. Τιμάται από όλους όσους βοήθησε, αλλά και από όσους απλώς ήρθαν σε επαφή με την ποιότητα του χαρακτήρα του. «Ο Αναστάσιος ήταν πάνω απ’ όλα ένας άνθρωπος αφιερωμένος στο Θεό», λέει στο ertnews.gr ο βουλευτής της ΝΔ, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και γνώστης των τεκταινόμενων στην Αλβανία Άγγελος Συρίγος. «Ήταν όμως και εξαιρετικά συστηματικός, ενώ είχε δημιουργήσει ένα ισχυρό δίκτυο γύρω του ώστε να μπορέσει υλοποιήσει το έργο του», προσθέτει.
Ο Αναστάσιος ήταν πραγματιστής. Αγνόησε τις κατηγορίες συγκεκριμένων εθνικιστικών κύκλων στα Τίρανα ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ο «δούρειος ίππος» της Ελλάδας στην Αλβανία. Γνώριζε ότι αν κινούνταν με βάση άλλες, παλιές πεπατημένες το μέλλον του θα έκρυβε παγίδες και συγκρούσεις. Αυτός κινήθηκε αντιθετικά. Στα Βαλκάνια, όπου διαχρονικά οι θρησκείες γίνονται αιτίες ανάφλεξης της αποκαλούμενης πυριταδαποθήκης της Ευρώπης, ο Αναστάσιος μίλησε με σοφία για τη δύναμη της αγάπης. Λειτούργησε ως γεφυροποιός- είχε άλλωστε διαπρέψει στη θρησκειολογία, πάντα συμμετέχοντας στον διαθρησκευτικό διάλογο. Εξ ου και δραστηριοποιήθηκε υπέρ της βαλκανικής συναδέλφωσης, της ειρηνικής συνεργασίας και της αλληλεγγύης στη χερσόνησο του Αίμου. Πάνω από 30.000 πρόσφυγες από το Κόσσοβο ωφελήθηκαν από το ανθρωπιστικό πρόγραμμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας στον πόλεμο του 1999- μια κίνηση που χάρισε στον Αρχιεπίσκοπο την υποψηφιότητα για το Νόμπελ Ειρήνης.
Ο Αναστάσιος ήταν ο ιεράρχης που μπορούσε ταυτοχρόνως να χειροτονεί Αλβανούς κληρικούς, να ορίσει τα αλβανικά ως επίσημη γλώσσα της Εκκλησίας, αλλά και να μιλά ή και να ψάλλει εντός των ναών στα ελληνικά. Να προσφέρει τα πολλά στη μειονότητα, αλλά να επεκτείνει το φιλανθρωπικό έργο του στους μουσουλμάνους και του άθεους χωρίς καμία διάκριση. «Γνώρισε τη λατρεία από τους μειονοτικούς», επισημαίνει ο κ. Συρίγος, ενώ ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Φρέντης Μπελέρης εξιστορεί στο ertnews.gr: «από το 1991 ο Αναστάσιος βρισκόταν συνεχώς στο πλευρό μας, αλλά και λειτουργούσε ως προπύργιο του Ελληνισμού στην Αλβανία. Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος έστρεφε συνεχώς την προσοχή και το αναγκαίο φως πάνω στα προβλήματα της ελληνικής εθνικής μειονότητας. Επιτελούσε ένα διττό έργο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Από τη μία ως συμφιλιωτής των εθνών μας, αλλά και ως ενεργός υποστηρικτής των διαχρονικών διεκδικήσεων μας. Η απώλεια του είναι τεράστια».
Ο Άγγελος Συρίγος αναδεικνύει και μια άλλη πτυχή της ζωής του Αναστάσιου: «Ο ίδιος αναμετρήθηκε με τον εαυτό του και την ιστορία του και τώρα πια μπορούμε να πούμε καθαρά ότι είχε πετύχει». Μόλις το 2017 του αποδόθηκε η αλβανική υπηκοότητα κατόπιν χρόνιων πιέσεων προς τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Και για να μείνει η μνήμη του αιώνια στην Αλβανία, επέλεξε να ταφεί στα έγκατα του ναού της Αναστάσεως στην κεντρική πλατεία των Τιράνων. Δια της παρουσίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην αλβανική πρωτεύουσα, η Ελλάδα τιμά ως οφείλει μια από τις κορυφαίες σύγχρονες μορφές της Ορθοδοξίας.
«Στο πρόσωπο του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αναστασίου έβλεπα τον πνευματικό μου πατέρα και ένα ακλόνητο στήριγμα στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Με επισκέφθηκε στο κελί μου στις αλβανικές φυλακές και μου χάρισε την εικόνα που επί 16 μήνες κρεμόταν στο τοίχο και μου έδινε δύναμη», συνεχίζει ο κ. Μπελέρης. «Ήταν ένας ιεράρχης με μεγάλη πνευματικότητα και οξύνοια. Ένας άνθρωπος της πίστης που όχι μόνο κήρυττε την αγάπη, αλλά και την προωθούσε έμπρακτα».
Έχοντας γεννηθεί σχεδόν από θαύμα καθώς οι γιατροί έλεγαν στη μητέρα του ότι ίσως θα ήταν καλύτερο να “ρίξει” το παιδί, έχοντας αγγίξει το θάνατο εξαιτίας της ελονοσίας και φθάνοντας σε ώριμη ηλικία στην Αλβανία- ήταν πάνω από 60- ζούσε και για να δημιουργεί, αίροντας με κάθε τρόπο κάθε πιθανό εμπόδιο. Ανοικοδόμησε πάνω 150 ναούς, αναστήλωσε μνημεία, έχτισε νοσοκομείο, σχολεία, επαγγελματική σχολή και πανεπιστημιακό κολλέγιο. Μετέτρεψε τα συντρίμμια του χριστιανισμού σε Αυτοκέφαλη Εκκλησία.
«Δεν ξέφυγε ποτέ από το δρόμο του μεγαλείου του», μας λέει συγκινημένος ο ομογενής από τη Χειμάρρα λίγο πριν κλείσουμε το τηλέφωνο. Ταυτοχρόνως, χωρίς να το επιδιώκει, ο Αναστάσιος έγινε αιχμή του δόρατος της ελληνορθόδοξης παράδοσης, άρα και του ελληνισμού στην Αλβανία. «Αν πρέπει να ξεχωρίσω κάποιο από τα έργα του, τότε αυτό θα ήταν η ανέγερση σχολείων όλων των βαθμίδων, γηροκομείων και εκκλησιών στην Αλβανία. Σε αυτόν οφείλεται το ότι χτυπά η καρδιά της Ορθοδοξίας έντονα στη γειτονική χώρα», επισημαίνει ο κ. Μπελέρης.
«Θεέ μου ελευθέρωνε με από τον εαυτόν μου και δώσε με στον Εαυτόν Σου», ήταν μια δέηση στην οποία προσέφευγε συχνά ο Αναστάσιος. Τώρα πια είναι και αυτός ένα με τον Θεό.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος