Τροχαίο με εγκατάλειψη στο Ηράκλειο: Σε κρίσιμη κατάσταση ο 18χρονος, ακρωτηριάστηκε ο 25χρονος
Ο προϊστορικός οικισμός, η έκρηξη του ηφαιστείου και τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης
Του Νικόλα Μπάρδη
Το Ακρωτήρι είναι ένα μικρό χωριό της Σαντορίνης με 355 μόνιμους κατοίκους. Βρίσκεται στο ΝΔ άκρο του νησιού, σε απόσταση 15 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα του νησιού, τα Φηρά, και είναι έδρα της ομώνυμης τοπικής κοινότητας του Δήμου Θήρας. Κατά τους Μεσαιωνικούς Χρόνους αποτελούσε ένα από τα «καστέλια» του νησιού. Σήμερα, στην κορυφή του υψώματος, πάνω στο οποίο βρίσκεται χτισμένο και το σύγχρονο χωριό, στέκει ακόμη ο Ενετικός Πύργος (Γουλάς), το παλιό δηλαδή καστέλο. Το μικρό αυτό χωριό έγινε παγκοσμίως γνωστό χάρη στον προϊστορικό οικισμό που ανακαλύφθηκε με τις αρχαιολογικές ανασκαφές, τις οποίες διενήργησε συστηματικά στην περιοχή ο Σπύρος Μαρινάτος, το 1967. Γεωγραφικά, η ευρύτερη περιοχή αποτελεί ένα φυσικό ακρωτήριο με απόκρημνες, ηφαιστειογενείς ακτές, το οποίο προβάλλει επί 3 μίλια δυτικά του νότιου τμήματος της Σαντορίνης.
Αρχαιολογική Σκαπάνη
Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα άρχισαν να έρχονται τυχαία στο φως πολύτιμα στοιχεία για την κατοίκηση της Θήρας κατά την Προϊστορική Εποχή. Ο λόγος ήταν η χρησιμοποίηση της θηραϊκής γης για τη μόνωση των τοιχωμάτων της διώρυγας του Σουέζ από τον Γάλλο μηχανικό Ferdinard de Lesseps το 1866, οπότε και αποκαλύφθηκαν οι προϊστορικές αρχαιότητες. Οι πρώτες ανασκαφές στο Ακρωτήρι έγιναν από τον Γάλλο γεωλόγο και ηφαιστειολόγο Ferdinand André Fouqué, ενώ μικρή ανασκαφική έρευνα επιχειρήθηκε το 1870 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, με τον γεωλόγο Henri Gorceix και τον Henri Mamet στη θέση «Φαβατάς», νότια του σύγχρονου οικισμού. Στη θέση αυτή περνούσε ένας χείμαρρος, ο οποίος έφτανε στο επίπεδο των αρχαιοτήτων και είχε ήδη αρχίσει να αποκαλύπτει κάποιες από αυτές.
Οι συστηματικές ανασκαφές πάντως ξεκίνησαν το 1967 από τον καθηγητή Σπυρίδωνα Μαρινάτο, με τις υποδείξεις του κ. Νίκου Πελέκη, κατοίκου της περιοχής, και στο ίδιο σημείο που έκαναν τις ανασκαφές τους οι Γάλλοι. Ο Σπυρίδων Μαρινάτος ξεκίνησε τις ανασκαφές στο Ακρωτήρι στην προσπάθεια του να επαληθεύσει μια παλιά δική του θεωρία, που είχε δημοσιεύσει ως Έφορος Αρχαιοτήτων Κρήτης το 1939, ότι η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας προκάλεσε την κατάρρευση του Μινωικού Πολιτισμού της Κρήτης. Μετά τον θάνατο του καθηγητή Μαρινάτου το 1974, η ανασκαφή συνεχίζεται κάτω από τη διεύθυνση του καθηγητή Χρήστου Ντούμα.
Ο Προϊστορικός Οικισμός
Από τα ευρήματα των ανασκαφών είναι πλέον γνωστό, ότι η περιοχή του Ακρωτηρίου κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο (γύρω στο 4500 π.Χ.) και κατά τον 18ο αιώνα π.Χ. είχε εξελιχθεί σε πόλη. Στις αρχές του 17ου αιώνα π.Χ. υπέστη μεγάλες καταστροφές από μία σειρά σεισμών. Στη συνέχεια πολλά από τα κτίρια επισκευάστηκαν και άλλα έμειναν όπως ήταν, ενώ νέα κτίρια κτίστηκαν κοντά στα παλαιότερα και η πόλη επεκτάθηκε προς τα βόρεια. Η πόλη άκμαζε κατά την Υστεροκυκλαδική Ι περίοδο, μέχρι τον ενταφιασμό της από τη λεγόμενη «Μινωική Έκρηξη».
Η θέση του οικισμού ήταν ιδανική για ασφαλές αγκυροβόλιο, καθότι ήταν προστατευμένη από τους βοριάδες, ενώ ταυτόχρονα η μορφολογία του εδάφους ευνοούσε και την ανάπτυξη της γεωργίας. Πιθανολογείται ότι ήταν η πρωτεύουσα του νησιού, αν και αυτό δεν έχει επαληθευτεί ακόμη. Η έκταση των ανασκαφών είναι κοντά στα 14 στρέμματα και έχει αποκαλυφθεί μόνο ένα μικρό ποσοστό της προϊστορικής πόλης. Η δόμησή της ήταν πυκνή και διέθετε πολυώροφα κτίρια με πλούσιες τοιχογραφίες, οργανωμένες αποθήκες, βιοτεχνικούς χώρους, άριστη πολεοδομική οργάνωση με δρόμους, πλατείες και αποχετευτικό σύστημα, το οποίο περνούσε κάτω από το λιθόστρωτο και συνδεόταν απευθείας με τα σπίτια.
Τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν πέτρες, διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, κυρίως ηφαιστειακές, πηλός για συνδετικό κονίαμα και άψητες πλίνθοι (τούβλα) που ενισχύονταν με άχυρο, ξυλεία και ασβεστοκονίαμα. Το μεγάλο πλήθος από τοιχογραφίες, με τις οποίες ήταν διακοσμημένοι πολλοί από τους χώρους των κτιρίων, κατά κανόνα των πάνω ορόφων, υποδηλώνουν μια εξελιγμένη και εκλεπτυσμένη αστική κοινωνία, η οποία ντυνόταν με πολυτέλεια, κομψότητα, και εντυπωσιακή πολυχρωμία.
Η Μινωική Έκρηξη
Το γεγονός ότι στον οικισμό δεν βρέθηκαν καθόλου ανθρώπινοι σκελετοί, αποτελεί μία ένδειξη ότι προηγήθηκε μια σειρά από προειδοποιητικούς σεισμούς, που ανάγκασαν τους κατοίκους να εγκαταλείψουν έγκαιρα το νησί. Πάντως, πριν «ταφεί» ο οικισμός από την ελαφρόπετρα και την τέφρα της ηφαιστειακής έκρηξης, είχε χτυπηθεί από έναν μεγάλο σεισμό. Άλλα πρόδρομα φαινόμενα της ηφαιστειακής έκρηξης ανάγκασαν τους κατοίκους να εγκαταλείψουν την πόλη, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι οι εργασίες διάνοιξης των δρόμων δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, ενώ ένας μεγάλος αριθμός από αγγεία βρέθηκαν πάνω σε σωρούς με μπάζα, όπου, προφανώς, είχαν τοποθετηθεί αρχικά, για να μεταφερθούν σε πιο ασφαλείς θέσεις.
Επίσης, ενδείξεις της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης που επικρατούσε εκείνες τις ημέρες στην πόλη, αλλά και την πεποίθηση των κατοίκων ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψουν στα σπίτια τους, συγκεντρώνουμε από τα πήλινα αγγεία, τα υφάσματα και τα διάφορα σκεύη που βρέθηκαν σωρευμένα κάτω από πόρτες ή σε κόγχες δωματίων. Δεν γνωρίζουμε, ωστόσο, που κατέφυγαν οι κάτοικοι. Ο χρόνος, πάντως, μεταξύ του μεγάλου σεισμού και της ηφαιστειακής έκρηξης δεν πρέπει να ξεπερνούσε τις λίγες δεκάδες μέρες, ενώ η χρονική διάρκεια από τις πρώτες εκρήξεις μέχρι τη δημιουργία της καλντέρας υπολογίζεται σε δύο με τρία 24ωρα.
Τα αλλεπάλληλα κύματα ελαφρόπετρας και τέφρας παρέσυραν τις στέγες και τα ανώτερα τμήματα των κτιρίων του οικισμού. Μετά την ηφαιστειακή έκρηξη και την απόθεση των ηφαιστειακών υλικών, που οδήγησε στον πλήρη ενταφιασμό του οικισμού, ακολούθησε μία καταρρακτώδης βροχή, η οποία προκάλεσε διάβρωση της ελαφρόπετρας και της τέφρας και σε πολλές περιπτώσεις έφτασε μέχρι και το προ εκρήξεως έδαφος. Η βροχή αυτή μετέφερε ρευστή λάσπη στα ισόγεια των κτιρίων του οικισμού, κάτι που συντέλεσε στη διατήρηση του περιεχομένου τους, όπως τα περίτεχνα δάπεδα και οι τοιχογραφίες.
Η αρχική χρονολόγηση της Μινωικής Έκρηξης βασίστηκε σε συγκριτικές μελέτες της τεχνικής των πήλινων αγγείων και σε Αιγυπτιακές πηγές, και είχε εκτιμηθεί ότι η έκρηξη του ηφαιστείου που κατέστρεψε την πόλη είχε συμβεί το 1500 π.Χ. Οι απόλυτες χρονολογήσεις, όμως, που έγιναν με βάση τον ραδιενεργό άνθρακα, τη δενδροχρονολόγηση και την παγοχρονολόγηση μετατόπισαν την ημερομηνία 100 με 150 χρόνια παλαιότερα, ενώ η πλέον πρόσφατη χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα ενός κλαδιού ελιάς που θάφτηκε από την τέφρα της έκρηξης τοποθετεί την ημερομηνία μεταξύ 1627 και 1600 π.Χ. με πιο πιθανό το διάστημα μεταξύ 1613 με 1614 π.Χ. Η νέα χρονολόγηση αποδεικνύει τη μη σύνδεση της έκρηξης με την καταστροφή του Μινωικού πολιτισμού, που συνέβη πολύ αργότερα και είχε περισσότερο τον χαρακτήρα παρακμής.
Η εν λόγω έκρηξη της Θήρας θεωρήθηκε ότι ήταν δυνατότερη ακόμη και από εκείνη του ηφαιστείου Κρακατόα στην Ινδονησία, το 1883. Λόγω της μεγάλης δύναμης της έκρηξης προκλήθηκαν μεγάλες γεωμορφολογικές αλλαγές στο νησί και αναδύθηκε ο ηφαιστειακός κώνος της Νέας Καμένης, που υπάρχει μέχρι και τις μέρες μας. Λόγω του σχήματος του νησιού (μοιάζει με ημισέληνο) και τον σχηματισμό της εντυπωσιακής καλντέρας, το νησί συνδέθηκε με τον μύθο της βυθισμένης Ατλαντίδας, όπως την περιέγραψε ο Πλάτων. Φυσικά, καμία επιστημονική απόδειξη δεν υπάρχει έως τώρα που να αποδεικνύει την ύπαρξη της Ατλαντίδας, ή την ταύτιση της με το νησί της Θήρας. Τέλος, όσον αφορά την εποχή του χρόνου που έγινε η έκρηξη, πιθανολογείται ότι ήταν Άνοιξη, καθώς έχουν βρεθεί στο στρώμα των υλικών της έκρηξης κόκκοι γύρης από ελιές και κωνοφόρα δέντρα.
Ο Φάρος
Την ιστορική αυτή πλευρά του νησιού έρχεται να συμπληρώσει ένας γραφικός φάρος. Περίπου 5 χιλιόμετρα νότια του σημερινού οικισμού, βρίσκεται ο πολυφωτογραφημένος Φάρος του Ακρωτηρίου. Πρόκειται για έναν τετράγωνο πύργο, ύψους 10 μέτρων, που υψώνεται στο μέσο της κατοικίας των φυλάκων. Βρίσκεται στη ΝΔ ακτή της Σαντορίνης και 350 μέτρα μακριά από την ακτή, ενώ η φωτοβολία του φτάνει στα 25 μίλια και σε εστιακό ύψος 100 μέτρων. Καταστράφηκε από τους Γερμανούς το 1941 και επαναλειτούργησε το 1945. Το ηλιοβασίλεμα από αυτό το σημείο του νησιού είναι μαγικό, καθώς ο ήλιος «βουτάει» κυριολεκτικά στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και ο ορίζοντας βάφεται κάθε ημέρα και με διαφορετικά χρώματα. Ένας απογευματινός περίπατος σ’ αυτήν την πλευρά του νησιού θα σας μαγέψει αναμφίβολα, ενώ αν βρεθείτε στην περιοχή καλοκαίρι, μπορείτε να κάνετε μία βουτιά στην κοντινή, αμμώδη και δημοφιλή Κόκκινη παραλία, που μοιάζει με τοπίο από τον πλανήτη Άρη.
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.