Στις 13 Ιανουαρίου και ενώ πλησίαζε η ώρα της εκλογικής αναμέτρησης στην Ελλάδα (και η διαφαινόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ) το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών διεμήνυε, για πολλοστή φορά, διά του εκπροσώπου του Μάρτιν Γέγκερ: «Το θέμα τυχόν γερμανικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου έχουν κλείσει. Η Αθήνα δεν έχει διατυπώσει σχετικό αίτημα».

fakelos apozimioseis

Οι δηλώσεις του Γερμανού εκπροσώπου έγιναν στη διάρκεια ενός συνηθισμένου δημοσιογραφικού “μπρίφινγκ” με αφορμή τη γνωστή έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Ελληνικού Κράτους που έκανε λόγο για οφειλές 11 δισ. ευρώ της Γερμανίας προς την Ελλάδα από το “αναγκαστικό δάνειο” της Κατοχής.

 

Τα γερμανικά επιχειρήματα

Για να τεκμηριώσει την άποψή του ο κ. Γέγκερ τόνισε προς τους δημοσιογράφους ότι ήδη στο τέλος της δεκαετίας του ’50 η Γερμανία είχε υπογράψει με 12 δυτικά κράτη και με την Ελλάδα το 1960 συμφωνία για την «αποζημίωση θυμάτων της εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας».

«Στο άρθρο 3 της σχετικής συμφωνίας αναφέρεται ότι κατά αυτόν τον τρόπο το θέμα του “εθνικοσοσιαλιστικού αδίκου” έχει “οριστικά ρυθμιστεί”. Σε ό,τι αφορά τις επανορθώσεις για καταστροφές που προκάλεσαν οι δυνάμεις κατοχής, η άποψη του Βερολίνου είναι ότι σχεδόν 70 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου το ζήτημα των αποζημιώσεων έχει απολέσει το νομικό του έρεισμα».

Συνεχίζοντας ο Μάρτιν Γέγκερ υπενθύμισε ότι στη «”Συμφωνία 2+4″, με την οποία επισφραγίστηκε το 1990 η γερμανική ενοποίηση, δε γίνεται αναφορά σε επανορθώσεις. Επιπλέον, η συμφωνία αυτή αναγνωρίστηκε επίσημα την ίδια χρονιά στο πλαίσιο της “Χάρτας των Παρισίων”». (Ο κ. Γέγκερ αναφέρεται στην τελική συμφωνία του ΟΑΣΕ, της τότε ΔΑΣΕ, την οποία υπέγραψαν οι ηγέτες όλων των χωρών της Ευρώπης, των ΗΠΑ και του Καναδά. Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας ήταν ο πρωθυπουργός Κώστας Μητσοτάκης και ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς).

Σύμφωνα με τον κ. Γέγκερ, το γεγονός ότι και η Ελλάδα υπέγραψε αυτή τη Χάρτα σημαίνει ότι «την αναγνωρίζει ως νομικά δεσμευτική στη βάση του διεθνούς δικαίου». Εξ ου και ο λόγος για τον οποίο το Βερολίνο “δε βλέπει” κάποια βάση για το ελληνικό αίτημα περί επανορθώσεων, συμπεριλαμβανομένου και του κατοχικού δανείου.

 

Πώς ξεκίνησαν όλα

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. από την… πολλή αρχή.

Οι δυνάμεις της Βέρμαχτ μπήκαν στην Αθήνα στις 27 Απριλίου του 1941. Τρεις μέρες μετά διόρισαν την πρώτη “κατοχική” ελληνική κυβέρνηση. Πρόεδρός της (πρωθυπουργός) ορίστηκε ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου, ο οποίος στις 20 Απριλίου, παρά τις αντίθετες διαταγές της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, είχε υπογράψει την παράδοση του ελληνικού Στρατού στους νικητές Γερμανούς και δύο μέρες αργότερα στους ηττημένους Ιταλούς. Η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση και ο “ανώτατος άρχων” της χώρας βασιλιάς Γεώργιος Β’ είχαν μεταφερθεί στην Κρήτη για να συνεχίσουν τον αγώνα.

Ο Τσολάκογλου σχημάτισε μια κυβέρνηση “δωσίλογων” και επιχείρησε να ομαλοποιήσει την καθημερινότητα εξασφαλίζοντας την ειρηνική επάνοδο όλων των Ελλήνων στρατιωτών από τα μέτωπα στις εστίες τους, να διασώσει την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας έναντι της Βουλγαρίας και να εξασφαλίσει στοιχειωδώς την “επανεκκίνηση” της οικονομικής ζωής. Πέτυχε, μερικώς, μόνο στο πρώτο. Στο δεύτερο απέτυχε πλήρως. Η Ελλάδα τεμαχίστηκε σε τρεις ζώνες κατοχής. Η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη εκχωρήθηκαν (από τους Γερμανούς) στη Βουλγαρία. Εκεί που απέτυχε όμως παταγωδώς ήταν η οικονομική επανεκκίνηση, η οποία για λόγους “υπεράνω” του Τσολάκογλου (και του κάθε δωσίλογου κυβερνητικού παράγοντα) δεν ήρθε ποτέ με ισχυρό αντίκτυπο στην οικονομική ζωή της χώρας μέχρι και σήμερα, αλλά και με ένα άμεσο τραγικό επακόλουθο. Τη “μεγάλη πείνα” του χειμώνα 1941-1942, με τις δεκάδες χιλιάδες νεκρών Ελλήνων από ασιτία.

Το επιδίωκε όμως αυτή η κυβέρνηση δωσίλογων, ή απλά αδιαφορούσε έναντι μιας τέτοιας εξέλιξης; Προφανώς, όχι. Αυτό βέβαια δεν απαλλάσσει κανέναν από τους μετέχοντες σε αυτήν από την ιστορική ευθύνη. Στην πράξη όμως η Ελλάδα είχε μεταβληθεί σε γερμανικό προτεκτοράτο και εν αγνοία της, το Γ’ Ράιχ της είχε αποδώσει συγκεκριμένο διπλό ρόλο.

Πρώτον, στρατιωτικά να αποτελεί “ανάχωμα” προστασίας των κατεξοχήν “πατρογονικών” γερμανικών εδαφών και της βαλκανικής χερσονήσου που συνολικά απομυζούσε το Ράιχ. Δεύτερον, η αξιόλογη αγροτική της παραγωγή και ο μεταλλευτικός της πλούτος αποτελούσαν πολύτιμα στοιχεία τροφοδοσίας της γερμανικής πολεμικής μηχανής. Οι ίδιοι οι Γερμανοί θα ήθελαν ειδικά αυτή η παράμετρος να εφαρμοστεί “ήπια” και σταδιακά ώστε η Ελλάδα να διατηρεί τη δυνατότητα να συντηρεί στοιχειωδώς τον εαυτό της για να μπορεί να παράγει για τη Γερμανία. Οι πολεμικές συνθήκες ασφαλώς δεν το επέτρεψα ν.

 

“Επιτάξεις”: Η λεηλασία μιας χώρας

Η Ελλάδα υποχρεώθηκε άμεσα να τροφοδοτήσει το νεοαφιχθέν στη Β. Αφρική “Αφρικα Κορπ” του στρατάρχη Ερβιν Ρόμελ (αρχικά περίπου 40.000 άνδρες) και τις δυνάμεις που χρησιμοποιήθηκαν για την κατάληψη της ίδιας (περίπου 120.000) ενόψει της προετοιμασίας τους για την επιχείρηση “Μπαρμπαρόσα” (εισβολή στη Σοβιετική Ένωση). Στο αμέσως επόμενο διάστημα η κατάσταση (για τις άμεσες γερμανικές ανάγκες) δε μεταβλήθηκε στο παραμικρό. Αντίθετα αυτές γιγαντώθηκαν, καθώς, πέρα από τις αρχικές εκτιμήσεις, η Γερμανία υποχρεώθηκε να διατηρεί συνεχώς στην Ελλάδα ισχυρές δυνάμεις (περιοδικά ξεπέρασαν και τους 100.000 στρατιωτικούς) για δύο λόγους. Το σοβαρό ενδεχόμενο συμμαχικής εισβολής στην ηπειρωτική Ευρώπη μέσω Ελλάδας-Βαλκανίων και το δεδομένο της ταχείας μαζικοποίησης των ένοπλων απελευθερωτικών κινημάτων – από το 1942 και μετά – στην ίδια την Ελλάδα αλλά και τη Γιουγκοσλαβία. Έτσι, κυριολεκτικά από τις πρώτες μέρες της κατοχής ξεκίνησε μια άνευ προηγούμενου λεηλασία με τη μορφή των “επιτάξεων”. Σιδηροδρομικοί συρμοί, δημόσια και ιδιωτικά οχήματα, φορτηγά δημόσιας χρήσης και λεωφορεία, γεωργικοί ελκυστήρες (τρακτέρ), αντλίες ύδρευσης, μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, αλιευτικά σκάφη, εμπορικά σκάφη, επιβατηγά πλοία, βιομηχανικά εργαλεία αλλά ακόμη και φτηνά γεωργικά εργαλεία (π.χ. κάρα) και το μεγαλύτερο μέρος των μεταφορικών ζώων (ίπποι, ημίονοι, όνοι και βοοειδή) “επιτάχθηκαν”. Δηλαδή κατασχέθηκαν και δεν επιστράφηκαν ποτέ. Το ίδιο συνέβη με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, ομοίως από τις πρώτες μέρες της κατοχής μέχρι το τέλος της.

Βεβαίως, έπρεπε να τηρηθούν έστω κατ’ επίφαση συγκεκριμένοι κανόνες διεθνούς δικαίου, αφού η Ελλάδα δεν είχε προσαρτηθεί αλλά τύποις παρέμενε χωριστή κρατική οντότητα από το Ράιχ και ασφαλώς έπρεπε να τηρηθούν τα προσχήματα απέναντι στη δωσιλογική κυβέρνηση ώστε αυτή να εξακολουθήσει εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Ράιχ (κυρίως στο θέμα του ελέγχου του κρατικού μηχανισμού και της αστυνόμευσης του πληθυσμού).

 

Η “μεγάλη πείνα”: Πάνω από 280 χιλιάδες νεκροί από ασιτία

Ακριβώς για αυτό επέβαλλαν αρχικά στην κυβέρνηση Τσολάκογλου και στη συνέχεια στις επόμενες δωσιλογικές κυβερνήσεις να πληρώνουν χρήματα με τη μορφή άμεσων “δανείων” απευθείας προς τις γερμανοϊταλικές στρατιωτικές μονάδες. Αυτές ήταν οι διαβόητες “δαπάνες κατοχής”. Η “λογική” δηλαδή που θέλει το ηττημένο κράτος (το οποίο στην περίπτωση της Ελλάδας δεν προκάλεσε καν το πόλεμο) να πληρώνει το νικητή που διατηρεί στρατό στο έδαφός του για να το “αστυνομεύει”. Αυτές οι “δαπάνες κατοχής” ήρθαν στη χειρότερη οικονομική συγκυρία για το ελληνικό Δημόσιο που δεν είχε ταμειακά διαθέσιμα για να ανταποκριθεί. Είχε ήδη ένα τεράστιο έλλειμμα 7,5 δισ. δρχ. που προήλθε από την εμπλοκή της χώρας στην αντιμετώπιση της ιταλικής εισβολής. Παράλληλα η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση είχε φυγαδεύσει πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα τα αποθέματα χρυσού από την Τράπεζα της Ελλάδος ακριβώς για να μην κατασχεθούν. Ως αποτέλεσμα τα “δάνεια” αυτά προήλθαν από τυπωμένα πληθωριστικά χαρτονομίσματα και από τυπωμένα ειδικά γι’ αυτό το σκοπό γερμανικά “στρατιωτικά μάρκα” (στην πράξη ένα απλό χαρτί με μια σφραγίδα, χωρίς κανένα αντίκρισμα. Το ίδιο συνέβη και με την ιταλική “δραχμή του Αιγαίου”, αν και αυτή ήταν τυπωμένη ως “κανονικό” νόμισμα).

Υπολογίζεται ότι το 1941 μόνο οι “δαπάνες Κατοχής” έφτασαν τα 25 εκατομμύρια δρχ., δηλαδή το 40% του προπολεμικού εθνικού εισοδήματος, το οποίο ασφαλώς είχε εκμηδενιστεί, αφού δεν υπήρχε πλέον σοβαρή οικονομική δραστηριότητα και δεν ήταν δυνατόν να εισπραχθούν φόροι. Επακόλουθο; Ο υψηλότερος πληθωρισμός στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Άμεσος αντίκτυπος; Η “Μεγάλη Πείνα” του χειμώνα 1941-1942 που άφησε πίσω της πάνω από 280.000 νεκρούς ως αποτέλεσμα της ασιτίας ή του υποσιτισμού που μετέβαλε συνήθως αντιμετωπίσιμες σοβαρές ασθένειες σε άμεσα θανατηφόρες. Ασφαλώς σε αυτή την πρωτόγνωρη ανθρωπιστική τραγωδία συνετέλεσε και ο αποκλεισμός που είχαν επιβάλει οι σύμμαχοι στα γερμανοκρατούμενα ελληνικά λιμάνια και η πλήρης άρνηση των Βουλγάρων να επιτρέψουν τη μεταφορά τροφίμων από τη δική τους ζώνη κατοχής στα μεγάλα αστικά κέντρα που δοκιμάζονταν από το λιμό.

 

Το “Δάνειο”

Η έκταση της τραγωδίας ήταν τέτοια – χρησιμοποιήθηκε έντονα και από τη συμμαχική προπαγάνδα – που προκάλεσε την αντίδραση ακόμη και τη δωσιλογικής κυβέρνησης και τελικά την προσοχή των Γερμανών (με την παρακίνηση και των Ιταλών), όχι ακριβώς για ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά για καθαρά τεχνοκρατικούς. Η κατεχόμενη Ελλάδα είχε μετασχηματιστεί σε ένα πρώτης τάξεως πεδίο οικονομικού “πειράματος” που θα μπορούσε να καταδείξει ενδεχομένως πώς μια πλήρως ισοπεδωμένη “περιφερειακή” οικονομία θα μπορούσε να “ανανήψει” τουλάχιστον στο βαθμό που θα μπορούσε να συντηρείται για να μπορεί να εξυπηρετεί τα γερμανικά συμφέροντα, χωρίς να επιβαρύνει την κεντρική οικονομία του Ράιχ. Για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα συγκλήθηκε έκτακτη ιταλογερμανική Δημοσιονομική Συνδιάσκεψη εμπειρογνωμόνων στη Ρώμη, η οποία διήρκεσε από τον Ιανουάριο μέχρι το Μάρτιο του 1942. Οι Γερμανοί σε κάθε περίπτωση επέμειναν στην υψηλή κεφαλαιοποίηση από την Ελλάδα προκαλώντας αδιέξοδο στη Συνδιάσκεψη. Τότε ο Ιταλός τραπεζίτης και οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα, Ντ’ Αγκοστίνι, πρότεινε τη λύση του επίσημου αναγκαστικού δανείου. Δηλαδή οι πέρα από τις δαπάνες κατοχής αναλήψεις να χρεώνονται από την Ελλάδα ως δάνειο προς τη Γερμανία και την Ιταλία. Η σχετική δανειακή συμφωνία υπεγράφη στις 14/3/1942 από τους πληρεξούσιους της Γερμανίας και της Ιταλίας στην Ελλάδα, Άλτενμπουργκ και Γκίτζι. Η Ελλάδα βέβαια δεν είχε προσκληθεί και δεν ήταν παρούσα. Το γεγονός της ανακοινώθηκε με ρηματική διακοίνωση εννέα μέρες μετά.

Όπως σημειώνει ο καθηγητής Τάσος Ηλιαδάκης, τεκμηριώνοντας τη σχετική έρευνά του, η διακοίνωση ενημέρωνε για τα ακόλουθα:

«- Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ. (άρθρο 2).

– Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος (στο εξής Τ.Ε.) άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας ως άτοκο σε δραχμές δάνειο της Ελλάδας προς αυτές (άρθρο 3).

– Η επιστροφή του δανείου θα γινόταν αργότερα (αρθ. 4).

– Η συμφωνία είχε αναδρομική ισχύ από 1/1/1942 (αρθρ. 5).

Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας που επιβαλλόταν στην Ελλάδα υποχρεωτικά εκτελεστή (αναγκαστική). Ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις με κοινή βούληση των συμβαλλομένων, οι οποίες μετέτρεψαν την αρχική αναγκαστική σύμβαση σε συμβατική (κανονικό διακρατικό δανεισμό)».

 

Η ζημιά σε αριθμούς: Συνοψίζοντας τη λεηλασία

Τα παρακάτω στοιχεία συντάχθηκαν από επιστημονική επιτροπή με ευθύνη του ελληνικού υπουργείου των Εσωτερικών με επικεφαλής τον καθηγητή Δοξιάδη (μέλος της επιτροπής υπήρξε ο Νίκος Καζαντζάκης) με επιτόπιες έρευνες των μελών της στα σημεία των καταστροφών. Περιέχονται στον “Έκθεση Πολέμου και Θυσιών Ελλάδος 1940-1944”.

* Η ζημιά που υπέστη η χώρα μας ως το 1944 λόγω πληθωρισμού εκτιμάται σε 27,45 εκατ. χρυσές λίρες ή 549 εκατ. $. (σύμφωνα με τις νομισματικές αξίες του 1945).

* Το Κατοχικό Δάνειο επιβάρυνε την Ελλάδα να πληρώνει κάθε μήνα και προκαταβολικά 1,5 τρισ. δρχ. στις δυνάμεις κατοχής, ποσό που ανήλθε το 1942 στα 8 τρισ. το μήνα. Το ύψος του δανείου κατ’ εκτίμηση της Τ.τ.Ε. ανέρχεται (δίχως τους τόκους) σε 227.940.201 εκατ. δολ. το 1944 και κατά τον ίδιο τον Αλτενμπουργκ σε 400 εκατ. μετακατοχικά μάρκα.

* Το σιδηροδρομικό δίκτυο καταστράφηκε κατά το 55%.

* Οι συρμοί (τρένα) κλάπηκαν ή καταστράφηκαν σε ποσοστό 80%.

* Τα βαρέα οχήματα ιδιωτικά και δημόσια κατά 90%.

* Τα ιδιωτικά οχήματα κατά 70%.

* Ο αλιευτικός στόλος μειώθηκε κατά 45%.

* Ο εμπορικός στόλος έχασε τα 70% του προπολεμικού του τονάζ.

* Λιμενικές υποδομές σχεδόν στο 100%.

* Το ζωικό κεφάλαιο καταστράφηκε κατά 70%.

* Το οδικό δίκτυο κατά 56%.

* Οι οδικές γέφυρες κατά 73%.

*Οι σιδηροδρομικές γέφυρες κατά 90%.

* Το τηλεφωνικό και τηλεγραφικό δίκτυο κατά 90%

* Τα γεωργικά μηχανήματα και υποδομές καταστράφηκαν κατά το 60%.

* Τα δημόσια κτήρια και υποδομές κατά 50%.

*Η βιομηχανία κατά 80%.

* Οι οικοδομές (κατοικίες ή άλλα κτήρια) κατά 30%.

* Ενδεικτικά από τη γεωργική παραγωγή κατασχέθηκαν “επισήμως” στο διάστημα 1941-44 300.000 τόνοι λάδι, 20.000 τόνοι ελιές, 160.000 τόνοι κορινθιακή σταφίδα, 35.000 τόνοι σουλτανίνα, 110.000 τόνοι καπνά, 560.000 τόνους λαχανικά, 800.000.000 κομμάτια εσπεριδοειδή, 400.000 τόνους φρούτα και 40.000 τόνους σιτάρι.

Αν αυτό δεν είναι καταλήστευση μιας χώρας και δεν ευθύνεται (κατά κύριο λόγο) για την υπανάπτυξη της κατά τις επόμενες δεκαετίες, οπότε οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες ευημερούσαν, τότε τι είναι;

Τα αιτήματα της Ελλάδας κατατέθηκαν στη διάσκεψη των συμμάχων στο Παρίσι το Δεκέμβριο του 1945 και το οικονομικό τους ύψος ανερχόταν σε 12 δισ. $ (αγοραστικής αξίας 1938). Η διάσκεψη αναγνώρισε ένα μέρος του αιτήματος που αντιστοιχούσε σε 7,2 δισ. $ (με επιτόκιο 3%). Δεν περιείχαν (και σωστά) τη γερμανική οφειλή από το κατοχικό δάνειο. Σε κάθε περίπτωση ούτε τα 7,2 δισ. δολάρια καταβλήθηκαν ποτέ από τη Γερμανία στην Ελλάδα.

ΠΗΓΕΣ:

– Αλέξης Φραγκιαδής, “Ελληνική οικονομία 19ος-20ός αιώνας”, εκδόσεις “Νεφέλη”

– Ιστορία της Κατοχής, εκδόσεις “Μέτρον”

– Σωτ. Γκοτζαμάνης, “Κατοχικό δάνειο και δαπάναι κατοχής”, Θεσ/κη 1954

– Γ. Τσολάκογλου, “Απομνημονεύματα”, Αθήνα 1950

– Κ. Λογοθετόπουλος, “Ιδού η αλήθεια”, Αθήνα 1948,.

– Τ. Ηλιαδάκης, ¨”Οι επανορθώσεις και το γερμανικό κατοχικό δάνειο”, εκδ. Δετοράκη, Αθήνα 1997

– Χ. Φλάισερ, “Στέμμα και Σβάστικα”, Παπαζήσης, Αθήνα

 

70 χρόνια μετά: Μετά από χρόνια σιωπής στο προσκήνιο και πάλι οι γερμανικές αποζημιώσεις και το κατοχικό αναγκαστικό δάνειο

Εβδομήντα χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της γερμανικής κατοχής των ναζί στην Ελλάδα και 62 χρόνια από τη Διάσκεψη του Λονδίνου (27 Φεβρουαρίου 1953, συμπτωματικά σήμερα 27-28 Φεβρουαρίου εκπνέει το τελεσίγραφο των “εταίρων” μας προς την Ελλάδα για μνημονιακό πρόγραμμα), όπου η Γερμανία αναγνώρισε επίσημα τις υποχρεώσεις της προς τις ευρωπαϊκές χώρες, ως συνέπεια της ναζιστικής λαίλαπας, το αίτημα των γερμανικών επανορθώσεων και της εξόφλησης του κατοχικού αναγκαστικού δανείου έχουν μπει για τα καλά στην ατζέντα της νέας κυβέρνησης.

Για πρώτη φορά η προεκλογική δέσμευση μετεκλογικά γίνεται επίσημη θέση και μάλιστα με ειδική αναφορά στο τέλος των προγραμματικών δηλώσεων του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, για τις οποίες έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή την περασμένη Δευτέρα. Πέραν της υποχρέωσης που ανέλαβε η νέα κυβέρνηση για διακομματική εθνικού χαρακτήρα συνέχεια της ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής, σύντομα ήρθε και η έμπρακτη απόδειξη της πολιτικής της βούλησης. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, για πρώτη φορά δημόσια σε επίσημη κοινή συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο με το Γερμανό ομόλογό του, έθεσε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τις ελληνικές απαιτήσεις.

Εμφανώς ενοχλημένος, ο Γερμανός ΥΠ.ΕΞ. και σοσιαλιστής Σταϊνμάγιερ επανέλαβε τη μονότονη εδώ και δεκαετίες θέση της χώρας του: «Νομικά για τη Γερμανία δεν υφίσταται κανένα απολύτως θέμα ικανοποίησης σχετικού αιτήματος της Ελλάδας» (!!!). Προφανώς εναρμονιζόμενος με τη γραμμή Μέρκελ και των προκατόχων της. Βλέπετε, η νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να ακούει τους Γερμανούς με υψωμένο το δάχτυλο να της υπενθυμίζουν τη συνέχεια των μνημονιακών προγραμμάτων εξαθλίωσης των Ελλήνων, γιατί, όπως μας λένε, «η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα δεν αλλοιώνει πως και το ελληνικό κράτος έχει συνέχεια σε ό,τι υπέγραψαν οι προηγούμενοι με τους εταίρους τους για τα δανεικά…».

Όμως κανείς μέχρι σήμερα δεν υπενθυμίζει στους Γερμανούς ότι αυτή η κρατική συνέχεια αφορά και τους ίδιους, οπότε ό,τι όφειλε η ναζιστική εξουσία του παρελθόντος στη Γερμανία δεν παραγράφεται στους κρατικούς απογόνους της, ανεξάρτητα από τις πολιτικές και ιδεολογικές χαώδεις διαφορές τους. Το θέμα είχε και συνέχεια, όταν ο επίσης Γερμανός σοσιαλιστής πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς απέρριψε την πρόταση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Μανώλη Γλέζου να διεξαχθεί ειδική συζήτηση για τις γερμανικές αποζημιώσεις στο Ευρωκοινοβούλιο, επικαλούμενος τον Κανονισμό του.

Ο Μανώλης Γλέζος, που διαχρονικά έχει τεθεί επικεφαλής αυτής της προσπάθειας με εθνικό ρόλο στο όνομα των Ελλήνων, από τη στιγμή που εξελέγη ευρωβουλευτής έχει σχεδόν μονοθεματικά αναλάβει τη διαρκή μόχλευση του θέματος σε όλα τα διεθνή φόρα. Μετά τη διαδικαστική “υπεκφυγή” Σουλτς, επανήλθε στο θέμα δηλώνοντας ξανά: ««Και ένα μάρκο να ήταν πρέπει να πληρώσουν […] και νομικά και ηθικά έχουμε δίκιο».

Ο ευρωβουλευτής είπε ότι αφενός ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ «βρίσκεται εκτός πραγματικότητας», σχολιάζοντας την τοποθέτησή του μετά την επίσημη ανακίνηση του θέματος ενώπιόν του από τον Έλληνα ΥΠ.ΕΞ., ότι η υπόθεση του κατοχικού δανείου νομικά έχει κλείσει. Ταυτόχρονα δήλωσε: «Δε θα κάνουμε πίσω, ό,τι τερτίπι και αν χρησιμοποιεί στην Ευρωβουλή ο Σουλτς, θα επαναλάβουμε το αίτημα με 40 υπογραφές ευρωβουλευτών. Προφανώς έχει προβλήματα μνήμης ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου. Δεν εξηγείται διαφορετικά η απάντηση που έδωσε, αφού πρόσφατα, στη διάσκεψη των προέδρων, η επικεφαλής της Ενωτικής Ομάδας της Αριστεράς στο Ευρωκοινοβούλιο, Γκάμπι Τσίμερ, έθεσε το θέμα, για να εισπράξει την εκκωφαντική σιγή του προέδρου».

Μάλιστα, ο κ. Γλέζος εμφανίζεται απτόητος και δηλώνει ότι θα επαναλάβει το αίτημά του για τα όσα υπέστη η χώρα μας από το Γ’ Ράιχ: «Δεν πτοούμαστε. Θα επαναλάβουμε το αίτημα, και μέσω της διάσκεψης των προέδρων και μέσω της συγκέντρωσης 40 υπογραφών ευρωβουλευτών. Περιμένουμε τόσες δεκαετίες να δικαιωθεί η Ελλάδα για τα όσα υπέστη από το Γ’ Ράιχ. Μπορούμε να περιμένουμε λίγο ακόμα».

 

Μια σύντομη αναδρομή

Τον τελευταίο καιρό γίνεται ευτυχώς και πάλι, μετά από χρόνια σιωπής, πολύς λόγος για τα δάνεια που πήραν οι Γερμανοί κατακτητές επί Κατοχής και η απαίτησή τους από το ελληνικό Δημόσιο. Το να απαιτήσεις είναι εύκολο, αλλά το θέμα είναι να αναγνωρίζει και ο άλλος αν όντως σου οφείλει.

Να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και να δούμε πόσα μας πήραν οι Γερμανοί, πόσα μας οφείλουν, τι πήραμε και τι λένε οι ίδιοι.

Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, στις 27/4/1941, τους ακολούθησαν και οι Ιταλοί, παρά το γεγονός ότι ήταν ηττημένοι. Παρέλασαν με τις μεγάλες στολές και τα λοφία στο Σύνταγμα, και μετά ο φρούραρχός τους με προκήρυξη έθεσε σε κυκλοφορία τη λεγόμενη “μεσογειακή δραχμή”, ίση σε αξία με την ελληνική. Την εκτύπωνε η Επιμελητεία που ίδρυσαν στην Αλβανία με τίτλο “Μεσογειακόν Ταμείον Πιστώσεως δια την Ελλάδα”… Έτσι, κοντά στα αμέτρητα γερμανικά πλαστά μάρκα που κυκλοφορούσαν χωρίς αρίθμηση από την “Τράπεζα Πίστεως του Γ’ Ράιχ”, προστέθηκε και η “μεσογειακή δραχμή”, που ήταν υποχρεωτική στις συναλλαγές.

Από την εξέλιξη αυτή τεράστιες ποσότητες εμπορευμάτων και τροφίμων από τα ελληνικά αποθέματα επιτάχτηκαν από τους κατακτητές και πληρώθηκαν με τα «κατοχικά μάρκα» και τις «μεσογειακές δραχμές», ενώ άρχιζε το μεγάλο δράμα των Ελλήνων που πωλούσαν τιμαλφή, κειμήλια, ακίνητα και ό,τι άλλο είχαν σε εξευτελιστικές τιμές, για να μην πεθάνουν της πείνας…

Οι Γερμανοί στις πληρωμές (υπαλλήλων, πρακτόρων, συντήρηση Στρατού, οχυρωματικά έργα κ.λπ.) τύπωναν στην Τράπεζα της Ελλάδος όσα χαρτονομίσματα ήθελαν χωρίς την αντίδραση των κατοχικών δοσιλογικών κυβερνήσεων. Τα ελάμβαναν υπό μορφή δανείου, που το είχε διαπραγματευτεί με τη Γερμανία – όπως και την Ιταλία – ο κατοχικός υπουργός Σωτήριος Γκοτζαμάνης. Ήταν πράξη ληστρική για τη δραχμή, που εξανέμισε την αξία της και τον πλούτο της χώρας.

Η συνολική ζημιά της χώρας από τον πληθωρισμό μέχρι τη 1/10/44 (λίγες μέρες πριν φύγουν οι Γερμανοί) έφτασε τις 27.452.262 χρυσές λίρες Αγγλίας! Η τιμή της χρυσής λίρας στην αρχή του πολέμου ήταν 1.000 δραχμές, ενώ στο τέλος 150 τρισεκατομμύρια δραχμές. Η ανατίμηση της λίρας ήταν ιλιγγιώδης: Μάρτιος 1941: 1.000 δρχ. – Απρίλιος 1941: 1.500 δρχ. – Νοέμβριος 1942: 600.000 δρχ. – Αύγουστος 1944: 1 δισ. δρχ. – Νοέμβριος 1944: 150 τρισ.!!!

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η κυκλοφορία του χαρτονομίσματος (δραχμή) στις 27/4/1941, όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, ήταν 19,35 δισ. δρχ. και τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου 22 δισ. Στις 12/10/44 έφτασε τα 10,2 πεντάκις εκατομμύρια. Δηλαδή αυξήθηκε κατά 5.260.465 φορές!!!

Σύμφωνα όμως με άλλη πηγή, το Νοέμβριο του 1944 έφτασε τα 15.000.000.000.000.000.000 (πεντάκις εκατ. Προσοχή: με 18 μηδενικά!!!), αφού πριν φύγουν οι κατακτητές εξέδιδαν χαρτονομίσματα χωρίς αύξοντα αριθμό, σε πακέτα των 100 τρισ.

 

Τα έξοδα κατοχής και πιστώσεις Γερμανών και Ιταλών

Γερμανικά έξοδα κατοχής: 2.887.747.792.120.000 δρχ.

Γερμανία, πιστώσεις: 4.800.520.033.302.528.819 δρχ.

Γερμανία, γενικό σύνολο: 4.803.407.881.094.648.819 δρχ.

Ιταλία: Έξοδα και πιστώσεις: 50.220.479.188.480 δρχ.

Παλιά, ο ακαδημαϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος υπολόγιζε ότι το ποσό που όφειλε η ενοποιημένη Γερμανία – μαζί με τους τόκους – ξεπερνά τα 13 δισ. δολάρια και κάτι παραπάνω από τρία τρισεκατομμύρια δρχ., το οποίο αρνείται. Τα μόνα χρήματα που έδωσε η Γερμανία ήταν 115 εκατ. μάρκα (18,7 δισ. δρχ.), που μοιράστηκαν το 1960 σε 90.000 θύματα και συγγενείς εκτελεσθέντων και ομήρων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Έδωσε επίσης 4,8 εκατ. μάρκα για καπνά που είχαν κατασχεθεί.

Ο καγκελάριος Βίλι Μπραντ, τον Οκτώβριο του 1989, όταν παρουσίαζε στην Αθήνα το βιβλίο του, που είχε τίτλο “Μια ζωή αγώνες”, ρωτήθηκε για τις γερμανικές επανορθώσεις και απάντησε προκλητικά: «Η Γερμανία ξεπλήρωσε όλες τις υποχρεώσεις της με το να βοηθήσει την Ελλάδα να μπει στην ΕΟΚ»…

Οι Γερμανοί έφερναν πάντα αντιρρήσεις, ενώ έμπλεκαν και τον Καραμανλή, ότι «ως πρωθυπουργός είχε παραιτηθεί εγγράφως των δανείων» και όταν αντιδρούσαμε μιλούσαν για προφορική παραίτηση. Τέτοια πάντως έγγραφη παραίτηση από τις απαιτήσεις μας ουδέποτε βρέθηκε για κανέναν μεταπολεμικό Έλληνα πρωθυπουργό, όσο κι αν οι Γερμανοί προσπάθησαν να το αφήσουν να διακινείται. Όταν όμως δόθηκε ρηματική διακοίνωση στις 9/11/1966 από τον πρωθυπουργό Στεφανόπουλο, ήρθε η απάντηση από τον τότε Γερμανό ΥΠ.ΕΞ. Βίλι Μπραντ ότι «δεν υπήρξε παραίτηση της αξίωσης από τον Καραμανλή του αναγκαστικού κατοχικού δανείου», ενώ ο δρ. Έρχαρτ πρόβαλε το τυπικό επιχείρημα της διχοτομημένης Γερμανίας και δεσμεύτηκε για αποπληρωμή όταν γίνει ενοποίηση.

Το θέμα των δανείων έθεσε και ο Ξενοφών Ζολώτας το 1989. Είχε δηλώσει τότε: «Ακόμα και ο Χίτλερ είχε αναγνωρίσει τα δάνεια του Γ’ Ράιχ από την Τράπεζα της Ελλάδος και είχε δώσει εντολή (α’ δόση 170 εκατ. μάρκα) για ν’ αρχίσει η εξόφλησή τους».

Το 1991 το επανέφερε ως τότε ΥΠ.ΕΞ. ο Αντ. Σαμαράς στον ομόλογό του Γκένσερ, αλλά μας προέκυψε το Σκοπιανό και αναζητούσαμε συμμάχους…

 

Τι έγιναν τα… μηδενικά;

Το μετακατοχικά πληθωριστικά δισ., τρισ. ανέλαβε να συμμαζέψει το Νοέμβριο του 1945, με εντολή του πρωθυπουργού Παν. Κανελλόπουλου, ο υπουργός Οικονομικών Γρηγόριος Κασιμάτης. Πραγματοποίησε αναπροσαρμογή της δραχμής κόβοντας τα μηδενικά και οι πολίτες έτσι δεν πήγαιναν στον μπακάλη με τα πληθωριστικά χαρτονομίσματα που έβαζαν σε σακιά και τα ψώνια στις τσέπες! Η αντικατάσταση έγινε ως εξής:

Μία δραχμή τα 50 δισ.

Οι δύο τα 100 δισ.

Οι 10 τα 500 δισ.

Οι 20 το 1 τρισ.

Οι 50 τα 2,5 τρισ.

Οι 100 τα 5 τρισ. κ.ο.κ.

 

Η Γερμανία πρέπει να πληρώσει

Τον Οκτώβριο του 1940 η Ελλάδα υποχρεώθηκε να μπει στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με την απρόκλητη εισβολή των στρατευμάτων του Μουσολίνι στην Ήπειρο. Ο Χίτλερ, για να σώσει τον Μουσολίνι από μια ταπεινωτική ήττα, εισέβαλε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941. Η Ελλάδα λεηλατήθηκε και ερειπώθηκε από τους Γερμανούς όσο καμία άλλη χώρα κάτω από την κατοχή τους.

Σύμφωνα με το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, τουλάχιστον 300.000 Έλληνες πέθαναν από την πείνα – άμεσο αποτέλεσμα της γερμανικής λεηλασίας.

Η Γερμανία και η Ιταλία επέβαλαν στην Ελλάδα όχι μόνο υπέρογκες δαπάνες κατοχής, αλλά και ένα αναγκαστικό δάνειο (κατοχικό δάνειο) ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο ίδιος ο Χίτλερ είχε αναγνωρίσει την υποχρέωση της Γερμανίας να πληρώσει αυτό το χρέος και είχε δώσει οδηγίες να αρχίσει η διαδικασία πληρωμής του. Μετά το τέλος του πολέμου, η Συνδιάσκεψη των Παρισίων επιδίκασε στην Ελλάδα 7,1 δισεκατομμύρια δολάρια για πολεμικές επανορθώσεις έναντι της ελληνικής απαίτησης 14,0 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Η Ιταλία πλήρωσε στην Ελλάδα το μερίδιό της από το κατοχικό δάνειο. Η Ιταλία και η Βουλγαρία πλήρωσαν πολεμικές επανορθώσεις στην Ελλάδα, και η Γερμανία πλήρωσε πολεμικές επανορθώσεις στην Πολωνία το 1956 και στη Γιουγκοσλαβία το 1971. Η Ελλάδα απαίτησε από τη Γερμανία την πληρωμή του κατοχικού δανείου το 1945, 1946, 1947, 1964, 1965, 1966, 1974, 1987, και το 1995. Παρά ταύτα, η Γερμανία αρνείται συστηματικά να πληρώσει στην Ελλάδα τις υποχρεώσεις της, που απορρέουν από το κατοχικό δάνειο και τις πολεμικές επανορθώσεις. Το 1964, ο Γερμανός καγκελάριος Erhard υποσχέθηκε την πληρωμή του δανείου μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, που πραγματοποιήθηκε το 1990.

 

Πόσα μας χρωστούν; Οι υπολογισμοί της οφειλής

Ενδεικτικό της σημερινής αξίας των γερμανικών υποχρεώσεων προς στην Ελλάδα είναι το ακόλουθο: εάν χρησιμοποιηθεί σαν τόκος ο μέσος τόκος των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ από το 1944 μέχρι το 2010, που είναι περίπου 6%, η σημερινή αξία του κατοχικού δανείου ανέρχεται στα 163,8 δισεκατομμύρια δολάρια και αυτή των πολεμικών επανορθώσεων στα 332 δισεκατομμύρια δολάρια.

Στις 2 Ιουλίου 2011, ο Γάλλος οικονομολόγος και σύμβουλος της γαλλικής κυβέρνησης Jacques Delpla δήλωσε ότι οι οφειλές της Γερμανίας στην Ελλάδα για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ανέρχονται σε 575 δισεκατομμύρια δολάρια (Les Echos, Saturday, July 2, 2011). Ο Γερμανός ιστορικός Οικονομολογίας Dr. Albrecht Ritschl συνέστησε στη Γερμανία να ακολουθήσει μια περισσότερο μετριοπαθή πολιτική στην ευρωκρίση του 2008-2011, διότι ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπη δικαιολογημένων απαιτήσεων για πολεμικές επανορθώσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Der Spiegel, June 21, 2011, Guardian. co. uk, June 21, 2011).

Οι Γερμανοί δεν άρπαξαν από τους Έλληνες μόνο «ακόμη και τα κορδόνια των παπουτσιών τους», είχε πει τότε με παράπονο ο Μουσολίνι. Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Ελλάδα έχασε 13% του πληθυσμού της. Ένα μέρος αυτού του πληθυσμού χάθηκε στη μάχη, αλλά το μεγαλύτερο ποσοστό χάθηκε από την πείνα και τα εγκλήματα πολέμου των Γερμανών. Οι Γερμανοί δολοφόνησαν τους κατοίκους 90 ελληνικών πόλεων και χωριών, έκαψαν περισσότερα από 1.700 χωριά και εκτέλεσαν πολλούς από τους κατοίκους αυτών των χωριών. Μετέτρεψαν τη χώρα σε ερείπια και λεηλάτησαν τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς. Αυτό το ανυπολόγιστο χρέος της καταστροφής είναι σήμερα επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε.

 

Από 53 στα 11 δισ.: “Κουρέψαμε” 43 δισ. από το γερμανικό χρέος;

Σε μια περίοδο που η εκφορά και μόνο από την ελληνική κυβέρνηση της φράσης «νέο κούρεμα του ελληνικού χρέους, ώστε να καταστεί βιώσιμο» θεωρείται απαγορευμένη, οι ίδιοι οι Γερμανοί διόλου δεν ενοχλήθηκαν από το «περίεργο κούρεμα» στους υπολογισμούς που έκανε το δικό μας Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στην έκθεση που παρέδωσε στο υπουργείο Οικονομικών, για το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο (παρότι απόρρητοι διέρρευσαν όλως περιέργως το Δεκέμβριο του 2014 και ενώ η προεκλογική περίοδος είχε αρχίσει στην Ελλάδα), υπολογίζοντάς το σε 11 δισ. ευρώ με σημερινές τιμές. Μάλιστα, παρότι επισήμως αρνούνται ακόμη και αυτό το θέμα να συζητήσουν, παρότι η οφειλή τους είναι αυταπόδεικτη ακόμη και από τον Χίτλερ εν ζωή (!!!), σε άρθρα και συνεντεύξεις τους Γερμανοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι, «φιλέλληνες ιστορικοί» αρχίζουν να επικαλούνται αυτόν τον υπολογισμό γιατί προφανώς τους βολεύει.

Με άλλα λόγια, την ώρα που η νέα ελληνική κυβέρνηση “απαγορεύεται” να διαπραγματευτεί το “κούρεμα” του ελληνικού χρέους, προκύπτει ότι η προηγούμενη κυβέρνηση «κατόρθωσε να κουρέψει» ήδη το ύψος της διεκδικούμενης αποζημίωσης για το λεγόμενο κατοχικό δάνειο από τα 54 δισ. ευρώ που αρχικά υπολογίζονταν, στα 11 δισ. ευρώ!

Στις 8 Μαρτίου 2013, από το γραφείο του τότε αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα ανακοινώθηκε ότι εμπειρογνώμονες από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους παρέδωσαν «απόρρητο» πόρισμα 80 σελίδων σχετικά με τις γερμανικές αποζημιώσεις.

Το “Βήμα της Κυριακής” στις 7 Απριλίου 2013 παρουσίαζε αναλυτικά το θέμα, επισημαίνοντας ότι ο χαρακτηρισμός «απόρρητο» προκαλούσε απορίες και ερωτηματικά για το λόγο της διαβάθμισης και ότι για το ζήτημα του κατοχικού δανείου «οι ερευνητές δεσμεύτηκαν με λόγο τιμής να μην αποκαλύψουν τίποτα, αλλά να αφήσουν στην κυβέρνηση τους χειρισμούς, καθώς η χώρα διανύει κρίσιμη περίοδο».

Λίγες ημέρες μετά, η διαδικτυακή έκδοση του Der Spiegel αναδημοσίευσε το θέμα του “Βήματος”, αναφέροντας ότι στο άρθρο δεν αναφέρονται συγκεκριμένα ποσά, αλλά ότι υπολογίζεται πως η Γερμανία χρωστά στην Ελλάδα 108 δισ. ευρώ για την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων υποδομών και 54 δισ. ευρώ για το κατοχικό δάνειο. Εκεί υπήρχε και η επισήμανση ότι το συνολικό ποσό των 162 δισ. ευρώ αντιστοιχεί στο 80% του ελληνικού ΑΕΠ και σε περίπτωση που θα καταβαλλόταν θα κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού ελληνικού χρέους.

Εδώ λοιπόν τίθεται το απλό ερώτημα: Πώς οι Γερμανοί αναφέρθηκαν σε συγκεκριμένα ποσά, όπως τα 54 δισ. ευρώ για το κατοχικό δάνειο; Ήταν διαρροή από την ελληνική πλευρά, που είχε στα χέρια της το «απόρρητο» πόρισμα, ή ήταν υπολογισμός που έγινε από τη γερμανική πλευρά;

Ένα χρόνο μετά, στις 4 Μαρτίου του 2014, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους αποστέλλει έγγραφο στον υπουργό Οικονομικών Ι. Στουρνάρα με θέμα “Σύσταση Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων” για τις αξιώσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Το έγγραφο κοινοποιείται στον πρωθυπουργό Α. Σαμαρά, στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Εξωτερικών Ε. Βενιζέλο και στο διοικητή της ΤτΕ Γ. Προβόπουλο. Το εν λόγω έγγραφο είναι απαντητικό σε τρία σχετικά έγγραφα που είχε στείλει ο Βενιζέλος στο ΝΣΚ, το Φεβρουάριο του 2014 και σε διάστημα 10 ημερών.

Σε αυτό αναφέρεται ότι πρέπει να συσταθεί επιτροπή εμπειρογνωμόνων που θα προβεί στη σύνταξη… «απόρρητου» πορίσματος με το οποίο θα προσδιορίζονται οι μη ικανοποιηθείσες αξιώσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που απορρέουν από τον Α’ και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται επίσης: «Αυτονόητο είναι ότι, προκειμένου να καταστεί δυνατή η έκδοση σχετικού τεχνικού πορίσματος, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους πρέπει προηγουμένως να γνωστοποιήσει στην προτεινόμενη Επιτροπή αλλά και στο ΝΣΚ, με αναφορά σε σχετικό ιστορικό, ποιες συγκεκριμένες κατηγορίες αξιώσεων είναι εκκρεμείς, προσδιορίζοντας και το χρηματικό ύψος κάθε κατηγορίας κατά το χρόνο γένεσης της αντίστοιχης αξίωσης…».

Πράγματι, περί τα τέλη Δεκεμβρίου του 2014 έχει συνταχθεί το νέο «απόρρητο» πόρισμα. Και ξανά το Der Spiegel αναφέρεται σε δημοσίευμα του “Βήματος της Κυριακής”, σύμφωνα με το οποίο «στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης βρίσκεται απόρρητη έκθεση που κάνει λόγο για γερμανικές οφειλές ύψους 11 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, από το κατοχικό δάνειο.

Συμπέρασμα: ενώ λοιπόν το 2013 έχει συνταχθεί απόρρητο πόρισμα από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και οι διαρροές κάνουν λόγο για διεκδικήσεις 54 δισ. ευρώ από το κατοχικό δάνειο, το 2014, με την παρέμβαση του Βενιζέλου, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους λέει ότι το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους πρέπει να συντάξει… πόρισμα (!), που θα λάβουν οι εμπειρογνώμονες οι οποίοι θα συντάξουν το νέο απόρρητο πόρισμα, για το οποίο η διαρροή κάνει πλέον λόγο για 11 δισ. ευρώ.

Επειδή το “κούρεμα” από το ένα απόρρητο έγγραφο στο άλλο είναι της τάξης των 43 δισ. ευρώ, η νέα ελληνική κυβέρνηση οφείλει να εξετάσει τα δύο «απόρρητα» πορίσματα, ακόμη καλύτερα να τα δώσει και στη δημοσιότητα, προκειμένου να διαπιστώσει ο ελληνικός λαός, που τον αφορά, πώς έγιναν οι υπολογισμοί και να αποφασίσει εάν όλα έγιναν σωστά. Άλλωστε, όταν πρόκειται για λεφτά ενός λαού, γιατί να προέχουν οι διπλωματικοί χειρισμοί και οι εκθέσεις να χαρακτηρίζονται απόρρητες;

 

Η άγνωστη οφειλή για τα “τρένα θανάτου”

Την ώρα που η “Νέα Κρήτη” επαναφέρει το φάκελο των γερμανικών αποζημιώσεων-επανορθώσεων και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου με νέα στοιχεία, την ίδια ώρα μία από τις κορυφαίες γερμανικές ΜΚΟ ανά το κόσμο, ενάντια στη λήθη των ναζιστικών θηριωδιών, με την επωνυμία “Το τρένο της μνήμης”, προχωράει σε μία συγκλονιστική αποκάλυψη για Έλληνες πολίτες εβραϊκής προέλευσης που προκαλεί σοκ. Στόχος της γερμανικής ΜΚΟ και των χιλιάδων μελών της ανά την Γερμανία είναι, όπως σημειώνουν στη ιστοσελίδα τους, «η ρήξη με τη βαρβαρότητα αυτών των προγόνων (σ.σ. ναζιστική Γερμανία). Αυτό περιλαμβάνει, όπως σημειώνουν, «την αναγνώριση και την εκπλήρωση όλων των χρεών που άφησε η χώρα μας. Όποιος αρνείται να αποζημιώσει τα θύματα δε μιλάει στο όνομά μας. Αποδοκιμάζουμε τα νομικά τεχνάσματα με τα οποία η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αντιμετωπίζει τα δίκαια αιτήματα αποζημιώσεων».

Τα εισιτήρια που πλήρωναν οι Έλληνες εβραίοι για τα τρένα θανάτου που τους μετέφεραν στο Άουσβιτς

Η γερμανική ΜΚΟ βασικά ασχολείται με τους εκτοπισμούς την περίοδο του ναζιστικού καθεστώτος και το ρόλο της τότε κρατικής σιδηροδρομικής εταιρείας. Με τα τρένα, δηλαδή, που μετέφεραν τους μελλοθάνατους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (εξόντωσης). Διάλεξε έναν πρωτότυπο τρόπο για να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη. Πρώτη φορά το 2007 μετέτρεψε μια ιστορική μηχανή και λίγα βαγόνια σε κινούμενο μουσείο. Ξεκίνησε από τη Φρανκφούρτη και έκανε λιγοήμερες στάσεις σε σταθμούς, στους οποίους στο παρελθόν ξεκινούσαν μεταφορές για τα στρατόπεδα εξόντωσης. Μουσειακά και εκπαιδευτικά κάνουν τέτοιες διαδρομές μνήμης προς διάφορα στρατόπεδα.

Η γερμανική ΜΚΟ μετά από επιστολή της προς τον πρόεδρο Εβραϊκής Κοινότητας Θεσσαλονίκης Δαβίδ Σαλτιέλ, χθες το απόγευμα, έδωσε στη δημοσιότητα ένα δελτίο Τύπου, με συγκλονιστικές αποκαλύψεις, για μία “άγνωστη οφειλή” της Γερμανίας προς Έλληνες Εβραίους πολίτες, η οποία σήμερα ανέρχεται σε ύψος 75 εκατομμυρίων ευρώ, πέραν όλων των άλλων ελληνικών διεκδικήσεων.

 

Αποκάλυψη σοκ…

Η γερμανική ΜΚΟ αποκαλύπτει πως, ανάμεσα στις άλλες φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν την περίοδο της γερμανικής κατοχής και στην Ελλάδα από το ναζιστικό καθεστώς, με κορυφαία όχι μόνο για τους Εβραίους, αλλά και για τους κομμουνιστές, Ρομά, Σλαβόφωνους, ανάπηρους και άλλες “ειδικά χαρακτηρισμένες κατηγορίες πληθυσμών”, ήταν αυτή των μαζικών εκτοπισμών σε στρατόπεδα εξόντωσης και καταναγκαστικής εργασίας. Μία πτυχή αυτής της φρικαλέας στην παγκόσμια ιστορία υπόθεσης ήταν και η επιβολή καταβολής του αντιτίμου του εισιτηρίου (!!!) από τα ίδια τα θύματα, για τη μεταφορά τους κατά εκατομμύρια προς την εξόντωση στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στα περίπου 3 εκατομμύρια ανθρώπων σε όλη την Ευρώπη που μεταφέρθηκαν διά της σιδηροδρομική οδού στα στρατόπεδα επέβαλαν οι θύτες και… τέλη. Για το μηχανισμό και το οικονομικό μέγεθος της κεφαλαιοποίησης του εγκλήματος αυτού η γερμανική ΜΚΟ έχει συντάξει και σχετική έκθεση. Ειδικότερα, τώρα για την Ελλάδα, η γερμανική ΜΚΟ “Το τρένο της μνήμης” εντόπισε τη μαρτυρία του επιζώντα από το Άουσβιτς Owadjah Baruch, βάσει της οποίας και στη Θεσσαλονίκη επιβλήθηκαν – εν μέρει με σκοπό να παραπλανήσουν τους εκτοπισθέντες σχετικά με τη φύση των εκτοπισμών αλλά και εν μέρει για να είναι επικερδής η συμμετοχή στη δολοφονική μεταφορά τους, από την τότε κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων Deutsche Reichsbahn. Από τα “εισιτήρια των δρομολογίων θανάτου με τρένα”, που έβαζαν οι θύτες να τους πληρώνουν τα θύματα, η ΜΚΟ υποστηρίζει ότι επωφελήθηκε ως ιδιοκτήτης τότε της Deutsche Reichsbahn το γερμανικό Reich, ποσά που δεν τα επέστρεψε ποτέ.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, βάσει των στοιχείων που διαθέτουν και των αποτελεσμάτων της έκθεσης που συνέταξαν, φαίνεται πως κάθε άτομο στην κατοχική Θεσσαλονίκη κατέβαλε, για τον εκτοπισμό του και τελικά την εξόντωσή του, μόνο από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς ένα ποσό που ισοδυναμούσε τότε με 33,00 “ράιχσμαρκ” ανά άτομο.

Η αξία αυτή σήμερα, 72 χρόνια μετά το έγκλημα, συμπεριλαμβανομένου ενός ελάχιστου επιτοκίου (2,5%), ανέρχεται στο ποσό των 1.256,00 ευρώ ανά άτομο. Για ένα μέρος των εκτοπισμένων που κατέληξε στο γερμανικό στρατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα, το ποσό ανά άτομο ανέρχεται στα 1.615,00 ευρώ, αφού το δρομολόγιο “θανάτου” ήταν μεγαλύτερο. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το μεγάλο αριθμό των θυμάτων της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, το συνολικό ποσό που δεν έχει αποπληρωθεί και παρακρατείται από τους “κληρονόμους των θυτών” ανέρχεται στο ύψος των τουλάχιστον 64.000.000.00 ευρώ. Άλλα 11 εκατομμύρια ευρώ, όμως, αφορούν ανάλογους εκτοπισμούς εκτός Θεσσαλονίκης, όπως Ιωάννινα, Κέρκυρα και Ρόδο.

Από ιστορική σκοπιά, οφειλέτης φέρεται να είναι η σημερινή εταιρεία σιδηροδρόμων, η γερμανική Bahn AG, ως “διάδοχος” του γερμανικού οργανισμού σιδηροδρόμων επί Χίτλερ, Reichsbahn. Από νομικής πλευράς, οφειλέτης είναι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

 

Το κείμενο της γερμανικής οργάνωσης… «Ντρεπόμαστε»

Η “Νέα Κρήτη” παραθέτει αυτούσιο και το σχετικό κείμενο δελτίο Τύπου με ημερομηνία 14-02-2015 της γερμανικής ΜΚΟ “Το τρένο της μνήμης” στο πρωτότυπό του, όπου μεταξύ άλλων σημειώνεται:

«Συνένοχος στη δολοφονία περισσοτέρων από 50.000 εκτοπισθέντων, η γερμανική κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων Deutsche Bahn, οφείλει σε Έλληνες-θύματα 75 εκατομμύρια ευρώ.

Το Βερολίνο αρνείται να πληρώσει αυτό το χρέος…

Υπόχρεοι ως οφειλέτες του ποσού των 75 εκατομμυρίων είναι η γερμανική κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων Bahn AG και ο ιδιοκτήτης της, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας»…

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Οργάνωσης, οι αξιώσεις μόνο των 48.000 εκτοπισθέντων Εβραίων της Θεσσαλονίκης ανέρχεται στα 64 εκατομμύρια ευρώ. Ο εκτοπισμός τους έλαβε χώρα μεταξύ Μάρτιου και Αύγουστου 1943.

Σε μια μεγάλη επιχείρηση, ο συνεργός στους δολοφονικούς εκτοπισμούς Deutsche Reichsbahn έκανε 19 μεταφορές με κάθε φορά περίπου 30 κλειδωμένα φορτηγά βαγόνια. Ανά άτομο έπρεπε να καταβληθούν 33 ράιχσμαρκ. Οι εκτοπισθέντες δολοφονήθηκαν αμέσως μετά την άφιξή τους στο Άουσβιτς με αέριο. Μόνο λίγοι απέφυγαν το θάνατο επειδή χρησιμοποιήθηκαν ως σκλάβοι.

Επιπλέον δολοφονικές επιχειρήσεις αφορούσαν στις εβραϊκές κοινότητες των Ιωαννίνων και στα νησιά Κέρκυρα και Ρόδο. Μετά τη μεταφορά τους με πλοία και φορτηγά ανέλαβε η γερμανική Reichsbahn την εκτόπιση περίπου 10.000 ατόμων, τους οποίους επίσης μετέφερε στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της μη κυβερνητικής οργάνωσης “Τρένο της μνήμης”, η σημερινή αξία του ποσού που εξαναγκάστηκαν να πληρώσουν αυτοί οι μελλοθάνατοι ανέρχεται στα 11 εκατομμύρια ευρώ (συμπερ. επιτόκιο 2,5% από το τέλος του πολέμου).

Τόσο η γερμανική Bahn AG, ως ιστορικός διάδοχος της Reichsbahn, όσο και ο από νομικής άποψης οφειλέτης (η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας) αρνούνται να επιστρέψουν στους λίγους επιζώντες τα έσοδα (κέρδος) από τη βοήθεια για τη δολοφονία.

Επίσης, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών παρακρατεί τα επιπλέον εκατομμύρια λύτρα που πήρε εκβιαστικά από την εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Μια αντίστοιχη αγωγή της κοινότητας ενάντια στο Βερολίνο, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το Δεκεμβρίου 2014, απορρίφθηκε λόγω «μη αρμοδιότητας». Σε μια πρόσφατη επιστολή της οργάνωσης “Τρένο της μνήμης” προς τον πρόεδρο της εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης Δαβίδ Σαλτιέλ αναφέρεται: «Ντρεπόμαστε για την πεισματική άρνηση των κληρονόμων των θυτών να μην καλύψει τις υλικές συνέπειες των εγκλημάτων. (…) Όποιος αρνείται να αποζημιώσει τα θύματα δε μιλάει στο όνομά μας. Αποδοκιμάζουμε τα νομικά τεχνάσματα με τα οποία η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αντιμετωπίζει τα δίκαια αιτήματα της κοινότητάς σας».

Το “Τρένο της μνήμης” καλεί τη γερμανική κοινωνία των πολιτών “να πάρει δημόσια θέση υπέρ των Ελλήνων θυμάτων και να απαιτήσει την άνευ όρων αποπληρωμή του χρέους».

http://www.neakriti.gr

Loading